Michael Sauga: Vorbild Putin - Trump baut eine Herrschaft der Oligarchen, Der Spiegel, 9.9.2025
Η συμμαχία του τεχνολογικού εταιρικού κόσμου με τον Ντόναλντ Τραμπ θυμίζει μοιραία την ολιγαρχία του Βλαντίμιρ Πούτιν στη Ρωσία. Αυτή η συγκέντρωση εξουσίας αποτελεί τεράστια απειλή για τον ελεύθερο κόσμο.
Τον Ιούλιο του 2000, λίγους μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ως Πρόεδρος, ο Βλαντίμιρ Πούτιν κάλεσε 21 Ρώσους ολιγάρχες στο Κρεμλίνο για μια σύνοδο κορυφής. Κάτω από τις κάμερες της κρατικής τηλεόρασης, η λαμπρή ομάδα σφράγισε μιαν ιστορική συμφωνία: Οι σημαντικότεροι βιομήχανοι της χώρας θα υποστήριζαν τώρα τις πολιτικές του νέου ισχυρού άνδρα στη Μόσχα. Σε αντάλλαγμα, ο ισχυρός άνδρας υποσχέθηκε να εξασφαλίσει τα περιουσιακά στοιχεία και τα οικονομικά συμφέροντα των αφεντικών. Ήταν ένα από τα πιο σημαντικά ορόσημα στην μακρά πορεία του Πούτιν για να γίνει ο απόλυτος κυρίαρχος στην Ρωσία.
![]() |
Παρέλαση ολιγαρχών στην ορκωμοσία του Προέδρου Τραμπ © The Atlantic |
Μια παρόμοια συμμαχία υπάρχει τώρα στην Ουάσινγκτον. Επιδείχθηκε δημόσια κατά την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ στο Κογκρέσο των ΗΠΑ. Οι σημαντικότεροι δισεκατομμυριούχοι της τεχνολογίας, από τον Τζεφ Μπέζος (Amazon) μέχρι τον Μαρκ Ζάκερμπεργκ (Meta) και τον Τιμ Κουκ (Apple), παρατάχθηκαν στη σειρά για να αποτίσουν φόρο τιμής στον νέο Πρόεδρο των ΗΠΑ.
Τους εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του, υποσχόμενος να κάνει τους σκοπούς τους και δικούς του. Ακριβώς όπως έκανε πράγματι την περασμένη Παρασκευή 5.9.2025, όταν απείλησε την Ευρωπαϊκή Ένωση με αντίποινα για το πρόστιμο πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων τα οποία η ΕΕ επέβαλε στην Google.
Το επεισόδιο καταδεικνύει πόσο πολύ έχει ήδη προχωρήσει ο Τραμπ με τις αυταρχικές του φιλοδοξίες για τις ΗΠΑ. Αποκαλύπτει ότι οι οι μεγάλοι οίκοι της τεχνολογίας δεν βασίζονται πλέον στους νόμους και στην νομιμότητα, αλλά στη δύναμη του προστάτη τους στον Λευκό Οίκο, ενώπιον του οποίου υποκλίνονται. Προπαντός δείχνει σε όλο τον κόσμο ότι οι ΗΠΑ έχουν πλέον γίνει μία ολιγαρχία. Βέβαια, η οικονομία της Αμερικής είναι πολλές φορές πιο ισχυρή, πιο καινοτόμος και πιο δυναμική από την οικονομία της Ρωσίας, ιδίως όπως ήταν η δεύτερη στις αρχές της χιλιετίας μας, ωστόσο υπάρχουν ομοιότητες που προκαλούν ενόχληση και ανησυχία.
Οι Ρώσοι ολιγάρχες έχτισαν τον πλούτο τους μέσα σε συνθήκες καπιταλισμού της Άγριας Δύσης, οι οποίες επικράτησαν μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Επωφελήθηκαν από το χάος της πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων της Μόσχας, η οποία τους επέτρεψε να συσσωρεύσουν τεράστιες εταιρικές αυτοκρατορίες χωρίς να παρεμβαίνουν υπηρεσίες αντιμονοπωλιακής πολιτικής. Μόλις έγιναν πλούσιοι και ισχυροί, εξασφάλισαν τα συμφέροντα τους με το να διαμορφώσουν μιαν ιδιαίτερα αδίστακτη μορφή πολιτικού τοπίου: Αγόρασαν εφημερίδες και τηλεοπτικούς σταθμούς, ανέλαβαν οι ίδιοι κυβερνητικές θέσεις και δωροδόκησαν πολιτικούς. Όπως φαίνεται, μερικοί από τους πιο ισχυρούς Ρώσους μεγιστάνες είχαν κατά καιρούς στο μισθολόγιό τους δεκάδες βουλευτές της Δούμας.
Οι επιχειρηματίες επαινούν την «ισχυρή ηγεσία» του Τραμπ
Οι Αμερικανοί δισεκατομμυριούχοι της τεχνολογίας στήριξαν επίσης την εξουσία τους σε ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα: Στην αρχή «ο νικητής τα παίρνει όλα», η οποία ισχύει στην σημερινή οικονομία των πλατφορμών του Διαδικτύου. Με τα γιγαντιαία μονοπωλιακά κέρδη τους, τα οποία οι οικονομολόγοι υπολογίζουν κατά καιρούς στο ένα τέταρτο όλων των κερδών του ιδιωτικού τομέα των ΗΠΑ, εξαγόρασαν πιθανούς ανταγωνιστές τους στην αγορά αυτή και χειραγώγησαν την πολιτική κάνοντας δωρεές σε προεκλογικές εκστρατείες και με εκστρατείες άσκησης πίεσης. Υπό τον Τραμπ, κατέλαβαν κυβερνητικές θέσεις και έγιναν αγαπητοί στον Λευκό Οίκο με χειρονομίες πίστης και υποταγής.
Προς μεγάλη χαρά του κινήματος MAGA, κατάργησαν τα προγράμματα συμπερίληψης για προσλήψεις προσωπικού στις εταιρείες τους, κατάργησαν τις δικλείδες ασφαλείας για προστασία του Διαδικτύου από το μίσος και την παραπληροφόρηση, άνοιξαν τα ταμεία τους για να χρηματοδοτηθούν τα αγαπημένα έργα του Προέδρου. Για παράδειγμα, την περασμένη εβδομάδα, δισεκατομμυριούχοι όπως ο Μπιλ Γκέιτς (Microsoft), ο Σαμ Άλτμαν (OpenAI) και ο Σούνταρ Πιτσάι (Google) συγκεντρώθηκαν μπροστά σε ένα τζάκι στον Λευκό Οίκο για να επαινέσουν την «απαράμιλλη ηγεσία» του Τραμπ και να κάνουν γενναιόδωρες δωρεές στο ίδρυμα τεχνητής νοημοσύνης της συζύγου του.
Ωστόσο, όποιος εκφράζει δικές του γνώμες, πρέπει να αναμένει ότι ο Πρόεδρος των ΗΠΑ θα τον εξοστρακίσει. Έτσι συνένη με τον Έλον Μασκ, ο οποίος τόλμησε να επικρίνει τον φορολογικό νόμο του Τραμπ, τον «Big Beautiful Bill», επειδή θα συσσωρεύσει χρέη.
Τα πράγματα δεν συνέβησαν καθόλου διαφορετικά στην αυλή του Πούτιν. Εκεί, αντάρτες όπως ο μεγιστάνας του πετρελαίου Μιχαήλ Χοντορκόφσκι εκδιώχθηκαν και καταδιώχτηκαν, ενώ οι πιστοί ολιγάρχες ανταμείφθηκαν. Όσοι έθεσαν οικειοθελώς τους εαυτούς τους στην υπηρεσία του Κρεμλίνου, χρηματοδοτώντας, για παράδειγμα, τα τερατώδη κτίρια του Πούτιν στην Ολυμπιακή πόλη του Σότσι ή μια γέφυρα προς την Κριμαία, μπορούσαν να βασίζονται στην προστασία του ηγεμόνα, και όχι μόνον στις επιχειρηματικές συναλλαγές τους με το εξωτερικό.
Ο Πούτιν ανέχτηκε τις εταιρείες να μεταφέρουν τα κέρδη τους σε μεγάλη κλίμακα σε ξένους φορολογικούς παραδείσους και να αγοράζουν εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου στην Γερμανία ή ποδοσφαιρικούς συλλόγους στην Αγγλία. Όταν αντιμετώπιζαν δυσκολίες στο εξωτερικό, η κυβέρνηση της Μόσχας τους βοηθούσε με το πυκνό δίκτυο πολιτικών επαφών της.
Το πρόστιμο της ΕΕ στην Google είναι μάλλον επιεικές.
Ο Τραμπ κάνει τώρα το ίδιο. Η μόνη διαφορά είναι, ότι προωθεί τα εξωχώρια συμφέροντα των δικών του ολιγαρχών κυρίως μέσω απειλών παρά με κολακείες. Όποια κυβερνητική εξουσία χώρας εκτός ΗΠΑ δυσχεραίνει τις εξωχώριες μπίζνες των αμερικανικών τεχνολογικών εταιρειών με προδιαγραφές, κανονισμούς, διαδικασίες ή φόρους, πρέπει να αναμένει ότι θα έχει να αντιμετωπίσει την οργή του Προέδρου.
Την περασμένη Παρασκευή, η ΕΕ χτύπησε. Η ποινή που επέβαλαν οι Βρυξέλλες στην Google θεωρείται από τους ειδικούς μάλλον επιεικής, δεδομένου ότι ακόμη και τα αμερικανικά δικαστήρια έχουν επίσης καταδικάσει τις μονοπωλιακές πρακτικές της πολυεθνικής στο πεδίο της διαφήμισης. Παρ' όλα αυτά, ο Πρόεδρος ανακοίνωσε ότι δεν θα ανεχθεί ξένες κυβερνήσεις να κατάσχουν με τα πρόστιμα χρήματα, τα οποία «διαφορετικά, θα ήταν διαθέσιμα για να χρηματοδοτηθούν θέσεις εργασίας και επενδύσεις στις ΗΠΑ».
Το σκεπτικό δείχνει ότι ο Τραμπ διατηρεί μια παρόμοια εθνικιστική αντίληψη της οικονομίας όπως εκείνη του Πούτιν. Για τον επικεφαλής του Κρεμλίνου, τα χρήματα που χρηματοδοτούν θέσεις εργασίας στις επιχειρήσεις των μεγιστάνων της ενέργειας και των πρώτων υλών είναι δώρο από το κράτος προς αυτούς, και οι μεγιστάνες έπρεπε να αποδείξουν ότι είναι άξιοι να το λαμβάνουν. Ο Τραμπ, με τη σειρά του, θεωρεί ως δίκαιη κατανομή των βαρών, το να του αποδίδουν οι Δυτικοί σύμμαχοι του φόρο με τη μορφή τελωνειακών δασμών, για να έχουν ως αντάλλαγμα πρόσβαση στην αγορά των ΗΠΑ. Από την άλλη πλευρά, από τους φόρους στις αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας, ανεκτοί είναι μόνον εκείνοι που γεμίζουν τα φορολογικά ταμεία των ΗΠΑ.
Οι υπερασπιστές του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας στην Ευρώπη, στην Ασία ή στην Λατινική Αμερική, από την αυτοκρατορική συμμαχία μεταξύ του Τραμπ και των δισεκατομμυριούχων του της τεχνολογίας, μαθαίνουν δύο σημαντικά μαθήματα. Πρώτον, είναι πολύ αργά να αναλάβεις δράση εναντίον μιας ολιγαρχίας όταν αυτή έχει ήδη υπονομεύσει το κράτος. Αντίθετα, καλύτερο είναι να αποτρέπεται εξαρχής η κατάληψη δεσπόζουσας θέσης στην αγορά. Δεύτερον, τα δημοκρατικά κράτη θα πρέπει να ενεργούν όσο το δυνατόν πιο συντονισμένα εναντίον των εταιρειών του διαδικτύου. Εάν παρόμοιους φόρους ή πρόστιμα επέβαλλαν και άλλοι, και όχι μόνον η ΕΕ, θα ήταν πιο δύσκολο για τον Τραμπ να αντιδράσει έναντι των μέτρων.
Τα μονοπώλια των γιγάντων του διαδικτύου έχουν γίνει απειλή για τον ελεύθερο κόσμο. Η ψηφιακή οικονομία κάποτε θεωρούσε τον εαυτό της ως δύναμη ελευθερίας και ανοχής. Σήμερα αυτή προωθεί την αυταρχική στροφή στις Ηνωμένες Πολιτείες. Επομένως, οι δημοκρατικές κυβερνήσεις πρέπει να σταθούν στο πλευρό της αμερικανικής κοινωνίας των πολιτών, η οποία επίσης εξεγείρεται ενάντια στη δύναμη των γιγάντων του διαδικτύου. Πρέπει επίσης να αναγνωρίσουν ότι η καταπολέμηση των μονοπωλίων δεν φέρνει μόνον οικονομικά οφέλη αλλά και πολιτικά· ή, με άλλα λόγια, όποιος φροντίζει για να αναπτύσσεται ανταγωνισμός στην ψηφιακή οικονομία, διασφαλίζει την δημοκρατία.
Τους εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του, υποσχόμενος να κάνει τους σκοπούς τους και δικούς του. Ακριβώς όπως έκανε πράγματι την περασμένη Παρασκευή 5.9.2025, όταν απείλησε την Ευρωπαϊκή Ένωση με αντίποινα για το πρόστιμο πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων τα οποία η ΕΕ επέβαλε στην Google.
Το επεισόδιο καταδεικνύει πόσο πολύ έχει ήδη προχωρήσει ο Τραμπ με τις αυταρχικές του φιλοδοξίες για τις ΗΠΑ. Αποκαλύπτει ότι οι οι μεγάλοι οίκοι της τεχνολογίας δεν βασίζονται πλέον στους νόμους και στην νομιμότητα, αλλά στη δύναμη του προστάτη τους στον Λευκό Οίκο, ενώπιον του οποίου υποκλίνονται. Προπαντός δείχνει σε όλο τον κόσμο ότι οι ΗΠΑ έχουν πλέον γίνει μία ολιγαρχία. Βέβαια, η οικονομία της Αμερικής είναι πολλές φορές πιο ισχυρή, πιο καινοτόμος και πιο δυναμική από την οικονομία της Ρωσίας, ιδίως όπως ήταν η δεύτερη στις αρχές της χιλιετίας μας, ωστόσο υπάρχουν ομοιότητες που προκαλούν ενόχληση και ανησυχία.
Οι Ρώσοι ολιγάρχες έχτισαν τον πλούτο τους μέσα σε συνθήκες καπιταλισμού της Άγριας Δύσης, οι οποίες επικράτησαν μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Επωφελήθηκαν από το χάος της πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων της Μόσχας, η οποία τους επέτρεψε να συσσωρεύσουν τεράστιες εταιρικές αυτοκρατορίες χωρίς να παρεμβαίνουν υπηρεσίες αντιμονοπωλιακής πολιτικής. Μόλις έγιναν πλούσιοι και ισχυροί, εξασφάλισαν τα συμφέροντα τους με το να διαμορφώσουν μιαν ιδιαίτερα αδίστακτη μορφή πολιτικού τοπίου: Αγόρασαν εφημερίδες και τηλεοπτικούς σταθμούς, ανέλαβαν οι ίδιοι κυβερνητικές θέσεις και δωροδόκησαν πολιτικούς. Όπως φαίνεται, μερικοί από τους πιο ισχυρούς Ρώσους μεγιστάνες είχαν κατά καιρούς στο μισθολόγιό τους δεκάδες βουλευτές της Δούμας.
![]() |
© Evan Vucci /AP |
Οι Αμερικανοί δισεκατομμυριούχοι της τεχνολογίας στήριξαν επίσης την εξουσία τους σε ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα: Στην αρχή «ο νικητής τα παίρνει όλα», η οποία ισχύει στην σημερινή οικονομία των πλατφορμών του Διαδικτύου. Με τα γιγαντιαία μονοπωλιακά κέρδη τους, τα οποία οι οικονομολόγοι υπολογίζουν κατά καιρούς στο ένα τέταρτο όλων των κερδών του ιδιωτικού τομέα των ΗΠΑ, εξαγόρασαν πιθανούς ανταγωνιστές τους στην αγορά αυτή και χειραγώγησαν την πολιτική κάνοντας δωρεές σε προεκλογικές εκστρατείες και με εκστρατείες άσκησης πίεσης. Υπό τον Τραμπ, κατέλαβαν κυβερνητικές θέσεις και έγιναν αγαπητοί στον Λευκό Οίκο με χειρονομίες πίστης και υποταγής.
Προς μεγάλη χαρά του κινήματος MAGA, κατάργησαν τα προγράμματα συμπερίληψης για προσλήψεις προσωπικού στις εταιρείες τους, κατάργησαν τις δικλείδες ασφαλείας για προστασία του Διαδικτύου από το μίσος και την παραπληροφόρηση, άνοιξαν τα ταμεία τους για να χρηματοδοτηθούν τα αγαπημένα έργα του Προέδρου. Για παράδειγμα, την περασμένη εβδομάδα, δισεκατομμυριούχοι όπως ο Μπιλ Γκέιτς (Microsoft), ο Σαμ Άλτμαν (OpenAI) και ο Σούνταρ Πιτσάι (Google) συγκεντρώθηκαν μπροστά σε ένα τζάκι στον Λευκό Οίκο για να επαινέσουν την «απαράμιλλη ηγεσία» του Τραμπ και να κάνουν γενναιόδωρες δωρεές στο ίδρυμα τεχνητής νοημοσύνης της συζύγου του.
Ωστόσο, όποιος εκφράζει δικές του γνώμες, πρέπει να αναμένει ότι ο Πρόεδρος των ΗΠΑ θα τον εξοστρακίσει. Έτσι συνένη με τον Έλον Μασκ, ο οποίος τόλμησε να επικρίνει τον φορολογικό νόμο του Τραμπ, τον «Big Beautiful Bill», επειδή θα συσσωρεύσει χρέη.
Τα πράγματα δεν συνέβησαν καθόλου διαφορετικά στην αυλή του Πούτιν. Εκεί, αντάρτες όπως ο μεγιστάνας του πετρελαίου Μιχαήλ Χοντορκόφσκι εκδιώχθηκαν και καταδιώχτηκαν, ενώ οι πιστοί ολιγάρχες ανταμείφθηκαν. Όσοι έθεσαν οικειοθελώς τους εαυτούς τους στην υπηρεσία του Κρεμλίνου, χρηματοδοτώντας, για παράδειγμα, τα τερατώδη κτίρια του Πούτιν στην Ολυμπιακή πόλη του Σότσι ή μια γέφυρα προς την Κριμαία, μπορούσαν να βασίζονται στην προστασία του ηγεμόνα, και όχι μόνον στις επιχειρηματικές συναλλαγές τους με το εξωτερικό.
Ο Πούτιν ανέχτηκε τις εταιρείες να μεταφέρουν τα κέρδη τους σε μεγάλη κλίμακα σε ξένους φορολογικούς παραδείσους και να αγοράζουν εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου στην Γερμανία ή ποδοσφαιρικούς συλλόγους στην Αγγλία. Όταν αντιμετώπιζαν δυσκολίες στο εξωτερικό, η κυβέρνηση της Μόσχας τους βοηθούσε με το πυκνό δίκτυο πολιτικών επαφών της.
![]() |
Με τον Ζάκερμπεργκ της Μeta-Facebook-Instagram και τα λοιπά © Foto: Will Oliver / EPA |
Ο Τραμπ κάνει τώρα το ίδιο. Η μόνη διαφορά είναι, ότι προωθεί τα εξωχώρια συμφέροντα των δικών του ολιγαρχών κυρίως μέσω απειλών παρά με κολακείες. Όποια κυβερνητική εξουσία χώρας εκτός ΗΠΑ δυσχεραίνει τις εξωχώριες μπίζνες των αμερικανικών τεχνολογικών εταιρειών με προδιαγραφές, κανονισμούς, διαδικασίες ή φόρους, πρέπει να αναμένει ότι θα έχει να αντιμετωπίσει την οργή του Προέδρου.
Την περασμένη Παρασκευή, η ΕΕ χτύπησε. Η ποινή που επέβαλαν οι Βρυξέλλες στην Google θεωρείται από τους ειδικούς μάλλον επιεικής, δεδομένου ότι ακόμη και τα αμερικανικά δικαστήρια έχουν επίσης καταδικάσει τις μονοπωλιακές πρακτικές της πολυεθνικής στο πεδίο της διαφήμισης. Παρ' όλα αυτά, ο Πρόεδρος ανακοίνωσε ότι δεν θα ανεχθεί ξένες κυβερνήσεις να κατάσχουν με τα πρόστιμα χρήματα, τα οποία «διαφορετικά, θα ήταν διαθέσιμα για να χρηματοδοτηθούν θέσεις εργασίας και επενδύσεις στις ΗΠΑ».
Το σκεπτικό δείχνει ότι ο Τραμπ διατηρεί μια παρόμοια εθνικιστική αντίληψη της οικονομίας όπως εκείνη του Πούτιν. Για τον επικεφαλής του Κρεμλίνου, τα χρήματα που χρηματοδοτούν θέσεις εργασίας στις επιχειρήσεις των μεγιστάνων της ενέργειας και των πρώτων υλών είναι δώρο από το κράτος προς αυτούς, και οι μεγιστάνες έπρεπε να αποδείξουν ότι είναι άξιοι να το λαμβάνουν. Ο Τραμπ, με τη σειρά του, θεωρεί ως δίκαιη κατανομή των βαρών, το να του αποδίδουν οι Δυτικοί σύμμαχοι του φόρο με τη μορφή τελωνειακών δασμών, για να έχουν ως αντάλλαγμα πρόσβαση στην αγορά των ΗΠΑ. Από την άλλη πλευρά, από τους φόρους στις αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας, ανεκτοί είναι μόνον εκείνοι που γεμίζουν τα φορολογικά ταμεία των ΗΠΑ.
Οι υπερασπιστές του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας στην Ευρώπη, στην Ασία ή στην Λατινική Αμερική, από την αυτοκρατορική συμμαχία μεταξύ του Τραμπ και των δισεκατομμυριούχων του της τεχνολογίας, μαθαίνουν δύο σημαντικά μαθήματα. Πρώτον, είναι πολύ αργά να αναλάβεις δράση εναντίον μιας ολιγαρχίας όταν αυτή έχει ήδη υπονομεύσει το κράτος. Αντίθετα, καλύτερο είναι να αποτρέπεται εξαρχής η κατάληψη δεσπόζουσας θέσης στην αγορά. Δεύτερον, τα δημοκρατικά κράτη θα πρέπει να ενεργούν όσο το δυνατόν πιο συντονισμένα εναντίον των εταιρειών του διαδικτύου. Εάν παρόμοιους φόρους ή πρόστιμα επέβαλλαν και άλλοι, και όχι μόνον η ΕΕ, θα ήταν πιο δύσκολο για τον Τραμπ να αντιδράσει έναντι των μέτρων.
Τα μονοπώλια των γιγάντων του διαδικτύου έχουν γίνει απειλή για τον ελεύθερο κόσμο. Η ψηφιακή οικονομία κάποτε θεωρούσε τον εαυτό της ως δύναμη ελευθερίας και ανοχής. Σήμερα αυτή προωθεί την αυταρχική στροφή στις Ηνωμένες Πολιτείες. Επομένως, οι δημοκρατικές κυβερνήσεις πρέπει να σταθούν στο πλευρό της αμερικανικής κοινωνίας των πολιτών, η οποία επίσης εξεγείρεται ενάντια στη δύναμη των γιγάντων του διαδικτύου. Πρέπει επίσης να αναγνωρίσουν ότι η καταπολέμηση των μονοπωλίων δεν φέρνει μόνον οικονομικά οφέλη αλλά και πολιτικά· ή, με άλλα λόγια, όποιος φροντίζει για να αναπτύσσεται ανταγωνισμός στην ψηφιακή οικονομία, διασφαλίζει την δημοκρατία.
Τα Φιλαράκια - Ντόναλντ και Βλαδίμηρος: Μιά άλλη παραλλαγή του ίδιου θέματος:
Ο Michael Sauga,
γεννημένος 1959 στο Γκόσλαρ αμ Χαρτς, σπούδασε οικονομικά και
δημοσιογραφία στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας. Εργάστηκε ως Συντάκτης στις
εφημερίδες Wirtschaftswoche και Focus (Ντίσελντορφ και Βόννη) από το 1987 έως το 1999 και από τον Δεκέμβριο του 1999 εργάστηκε στο γραφείο Βερολίνου του Spiegel .
Από
το 2008 ανέλαβε διάφορες ανώτερες θέσεις στο τμήμα οικονομικών και
πολιτικής του περιοδικού και από το 2016 έως το 2019 ήταν προιστάμενος
του γραφείου του στο Βερολίνο. Έκτοτε αρθρογραφεί για οικονομικά και
πολιτικά θέματα και από το Μάρτιο του 2021 στο γραφείο των Βρυξελλών.
Ο Ντόναλντ Τραμπ αποκαλύπτει τι και ποιούς υπηρετεί κατά πρώτο λόγο: Ομιλία στην Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ενώπιον της Προέδρου της Ανναλένα Μπέρμποκ, της πρώην Υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας:
«“Η πράσινη πολιτική είναι απάτη και καταστρέφει πολλές χώρες” [...] όλα όσα διακινούνται από “τον ΟΗΕ και άλλους” για την υπερθέρμανση του πλανήτη, την κλιματική κρίση και την πράσινη ενέργεια είναι “απάτη” και όσοι τα ακολουθούν “θα καταστραφούν” [...] Η Ευρώπη θα καταστραφεί “από τους μετανάστες και από την πράσινη απάτη” [...] “Το μέτρο που μετρά το αποτύπωμα του διοξειδίου του άνθρακα είναι hoax και εφευρέθηκε από ανθρώπους με κακές προθέσεις”»
«“Η Γερμανία είχε μπει σε πολύ άρρωστη πορεία”[...] “Ήθελαν να στραφούν σε πλήρως πράσινο ενεργειακό σύστημα. Το πλήρως πράσινο ενεργειακό σύστημα σημαίνει πλήρη χρεοκοπία”[...] “Όμως η νέα ηγεσία αντέστρεψε πορεία. Επιδοκιμάζω πολύ την Γερμανία γι' αυτό”».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου