Μεταξύ βουλευτικών εκλογών Σεπτεμβρίου 2009 και Ιουνίου 2023, «χάθηκαν» σωρευτικά από το εκλογικό παιχνίδι 1.640.000 ψηφοφόροι. 6.858.421 έγκυρα το 2009 έναντι 5.215.207 έγκυρα τον Ιούνιο 2023.
Και μάλιστα, παρά τη διεύρυνση του δικαιώματος ψήφου στα 17, η οποία επαύξησε το εκλογικό σώμα με 85.000 περίπου δυνητικούς ψηφοφόρους ετησίως με αρχή τις εκλογές του 2023. Σύνολο μεταβολής για μια τετραετία + 340.000 ψηφοφόροι περίπου. Βέβαια, άς σκεφτούμε και τους μείον 500.000 νέους μετανάστες για δουλειά στο εξωτερικό, οι οποίοι υπεισέρχονται στο νούμερο αυτό των 1.640.000. Ακόμη και αυτό σίγουρα δεν βελτιώνει το ισοζύγιο. Δυσαρέσκεια είναι. Και σημαντική. Ψήφος με τα πόδια.
Ποιά δυσαρέσκεια να περιμένουμε τώρα, μεγαλύτερη από αυτή τη μέγιστη δυσαρεσκεια που κλιμακώνεται ως διαρκής τάση εντός μιας 15ετίας; Οι μικρές ανοδικές εξάρσεις (οι πολύ μικρές τον Ιανουάριο του 2015 και τον Ιούνιο του 2019 και κυρίως η κάπως πιο υπολογίσιμη τον Μάιο του 2023, δηλαδή στις εκλογές που ψήφισαν για πρώτη φορά οι 17ρηδες), συγκριτικά με τη γενική τάση είναι μάλλον ασήμαντες και βραχυπρόθεσμες και δεν επηρεάζουν ουσιαστικά τη γενική πτωτική τάση στη μέση και μακρά διάρκεια 2009-2023.
Το 40,5 % που έλαβε η ΝΔ τον Ιούνιο του 2023 αντιστοιχεί σε 2.115.322 ψήφους. Όχι μόνον είναι πολύ αδύναμο σε σχέση με το 44 % που έλαβε το ΠΑΣΟΚ νικώντας το 2009 (εκείνο το 44 % αντιστοιχούσε σε 3.012.542 ψήφοι), αλλά αυτό το νικητήριο 40,5 % του 2023 είναι πιο αδύναμο ακόμη και από το 33,47 % που είχε λάβει το 2009 η ηττημένη ΝΔ, η οποία πήρε τότε 2.295.719 ψήφους.
O ΣΥΡΙΖΑ έχασε το 2023 κατά κράτος γιατί έπεισε πολύ λιγότερο από τη ΝΔ. Όμως και η ΝΔ, στην πραγματικότητα, δεν ήταν ιδιαίτερα πειστική. Και οι δύο, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ πιο πολύ, έδιωξαν πολύ κόσμο μακριά από την πολιτική.
Και μάλιστα, παρά τη διεύρυνση του δικαιώματος ψήφου στα 17, η οποία επαύξησε το εκλογικό σώμα με 85.000 περίπου δυνητικούς ψηφοφόρους ετησίως με αρχή τις εκλογές του 2023. Σύνολο μεταβολής για μια τετραετία + 340.000 ψηφοφόροι περίπου. Βέβαια, άς σκεφτούμε και τους μείον 500.000 νέους μετανάστες για δουλειά στο εξωτερικό, οι οποίοι υπεισέρχονται στο νούμερο αυτό των 1.640.000. Ακόμη και αυτό σίγουρα δεν βελτιώνει το ισοζύγιο. Δυσαρέσκεια είναι. Και σημαντική. Ψήφος με τα πόδια.
Ποιά δυσαρέσκεια να περιμένουμε τώρα, μεγαλύτερη από αυτή τη μέγιστη δυσαρεσκεια που κλιμακώνεται ως διαρκής τάση εντός μιας 15ετίας; Οι μικρές ανοδικές εξάρσεις (οι πολύ μικρές τον Ιανουάριο του 2015 και τον Ιούνιο του 2019 και κυρίως η κάπως πιο υπολογίσιμη τον Μάιο του 2023, δηλαδή στις εκλογές που ψήφισαν για πρώτη φορά οι 17ρηδες), συγκριτικά με τη γενική τάση είναι μάλλον ασήμαντες και βραχυπρόθεσμες και δεν επηρεάζουν ουσιαστικά τη γενική πτωτική τάση στη μέση και μακρά διάρκεια 2009-2023.
Το 40,5 % που έλαβε η ΝΔ τον Ιούνιο του 2023 αντιστοιχεί σε 2.115.322 ψήφους. Όχι μόνον είναι πολύ αδύναμο σε σχέση με το 44 % που έλαβε το ΠΑΣΟΚ νικώντας το 2009 (εκείνο το 44 % αντιστοιχούσε σε 3.012.542 ψήφοι), αλλά αυτό το νικητήριο 40,5 % του 2023 είναι πιο αδύναμο ακόμη και από το 33,47 % που είχε λάβει το 2009 η ηττημένη ΝΔ, η οποία πήρε τότε 2.295.719 ψήφους.
O ΣΥΡΙΖΑ έχασε το 2023 κατά κράτος γιατί έπεισε πολύ λιγότερο από τη ΝΔ. Όμως και η ΝΔ, στην πραγματικότητα, δεν ήταν ιδιαίτερα πειστική. Και οι δύο, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ πιο πολύ, έδιωξαν πολύ κόσμο μακριά από την πολιτική.
![]() |
Έγκυρα 1993 - Ιούνιος 2023, περιλαμβανομένου του δημοψηφίσματος Ιουλίου 2015 |
Η αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ είναι αφενός πολύ μεγαλύτερη σε σύγκριση με της ΝΔ, αφετέρου είναι αποτυχία εν γένει, μετρημένη με ανεξάρτητο μέτρο. Έχασε το 50 % της δύναμής του. Στις δεύτερες εθνικές εκλογές του 2015 (του Σεπτεμβρίου) είχε λάβει 1.926.000 ψήφους. Ακόμη και στην ήττα του 2019 τον είχαν ψηφίσει 1.781.000 πολίτες, σχεδόν 2 φορές περισσότεροι από όσους τον ψήφισαν τον Ιούνιο του 2023. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έπεισε ως αντιπολίτευση. Αλλά όχι επειδή έπεισε η ΝΔ ως κυβέρνηση.
Ο ισολογισμός 2009-2023 δεν δείχνει ανοιχτή αμφισβήτηση του κομματικού συστήματος αλλά ούτε καλή λειτουργία του. Πιο ακριβές και ρεαλιστικό είναι να μιλάμε για τυπικά «προβιβάσιμο βαθμό» της λειτουργίας του κομματικού συστήματος, η οποία συνοδεύεται από λανθάνουσα κρίση αντιπροσώπευσης και με ήπιες εμφανείς εκδηλώσεις της, κυρίως με μορφές σαφούς απομάκρυνσης των πολιτών από την πολιτική.
Κοντολογίς: Όλη η διαχείριση της περιόδου 2009-2023, από το σύνολο του ελληνικού κομματικού συστήματος, ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ συμπεριλαμβανομένων, εάν ιδίως τη δούμε στη μακροπρόσθεσμη κλίμακα, προκάλεσε και προκαλεί μεγάλη δυσαρέσκεια, αλλά χωρίς εναλλακτικό πολιτικό αποδέκτη της. Εκδηλώνεται κυρίως ως τάση απόσυρσης των πολιτών από την πολιτική. Πρώτιστα ως τάση αποφυγής της ψήφου σε κοινοβουλευτικές, ευρωβουλευτικές και αυτοδιοικητικές εκλογές. Αλλά επίσης ως διαρκής απόσυρση από τα συνδικαλιστικά σωματεία, ως απόσυρση από τη συμμετοχή στην καθημερινή πολιτική στις τοπικές κοινωνίες και ως ανυπαρξία πραγματικών κοινωνικών κινημάτων.
Σ' αυτή την «ήπια» αλλά γενικευμένη αποτυχία του ελληνικού κομματικού συστήματος, η αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ με τη σημερινή του μορφή είναι στη μακροπρόθεσμη διάρκεια η πιο χαρακτηριστική. Με την μεσολάβηση μιας «γλυκειάς ήττας», σχεδόν σταθεροποιητικής (κοινοβουλευτικές εκλογές 2019), η τωρινή μεγάλη αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ είναι η άλλη πλαγιά του λόφου μετά από την απότομη, την κατακόρυφη άνοδο μεταξύ 2012-2015, η οποία είχε έλθει ως αντίδραση στη χρεωκοπία. Είχε έλθει ως αντίδραση, η οποία ωστόσο δε έχτισε τελικά τίποτε θετικό. Ό,τι ανέβηκε απότομα, κατέβηκε απότομα. Σαν τους ελληνικούς οικονομικούς κύκλους έντονης ανόδου και έντονης καθόδου, το κατά Κέυνς boom and bust.
Δεδομένης αυτής της διαρκούς και γενικευμένης δυσαρέσκειας 15 χρόνων, τι πρόσθετη δυσαρέσκεια μπορεί να περιμένει κανείς τώρα, απλά και μόνον επειδή το λεγόμενο επιτελικό κράτος αποδεικνύεται διαρκώς στην πράξη ένας «στρατός χωρίς επιτελείο», ή επειδή «τα μπόνους τελειώνουν» ή επειδή αριστεροί ή δεξιοί ή άλλοι αντιπολιτευόμενοι υποθέτουν ή φαντασιώνονται «μεγάλες αλλαγές που έρχονται στην οικονομικο-πολιτική συγκυρία» (και τί είδους αλλαγές, άραγε;), «πυκνώματα στα σημάδια μιας νέας διεθνούς οικονομικής κρίσης» και λοιπά εικαζόμενα; Η δυσαρέσκεια 15 χρόνων έφτασε σε κορύφωση και έδωσε ό,τι πολιτικό αποτέλεσμα μπορούσε να δώσει. Τώρα υπάρχει «κορεσμός δυσαρέσκειας».
Πολιτικές σε ευρύ πεδίο για το μέλλον, με σαφείς προγραμματικές επιλογές: Αυτό αναζητά η συγκυρία για να αλλάξει πρόσημο. Δομική προγραμματική αντιπολίτευση σήμερα, με αξιόπιστη επαγγελία ληξιπρόθεσμων δομικών μεταρρυθμίσεων για αύριο. Όχι αναμονές δυσαρεσκειών και αναμονές κάτω από το δέντρο για «ώριμα φρούτα» που δεν έπεσαν την άνοιξη του 2023, αλλά εξαγγέλεται ότι «σίγουρα» θα πέσουν σε 4 σε 2 ή σε 8 χρόνια, «κατά τας Γραφάς».
Σήμερα, η πολιτική επένδυση στη δυσαρέσκεια είναι ο δρόμος ενός κόμματος διαμαρτυρίας. Για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι δρόμος κατηφορικός, δρόμος προς τη συρρίκνωση. Για το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ είναι δρόμος προς τη στασιμότητα, εγκλωβισμός και παραμονή σε μικρό διψήφιο ποσοστό με πρώτο ψηφίο το 1. Για πολλούς λόγους.
Πολιτικές σε ευρύ πεδίο για το μέλλον, με σαφείς προγραμματικές επιλογές: Αυτό αναζητά η συγκυρία για να αλλάξει πρόσημο. Δομική προγραμματική αντιπολίτευση σήμερα, με αξιόπιστη επαγγελία ληξιπρόθεσμων δομικών μεταρρυθμίσεων για αύριο. Όχι αναμονές δυσαρεσκειών και αναμονές κάτω από το δέντρο για «ώριμα φρούτα» που δεν έπεσαν την άνοιξη του 2023, αλλά εξαγγέλεται ότι «σίγουρα» θα πέσουν σε 4 σε 2 ή σε 8 χρόνια, «κατά τας Γραφάς».
Σήμερα, η πολιτική επένδυση στη δυσαρέσκεια είναι ο δρόμος ενός κόμματος διαμαρτυρίας. Για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι δρόμος κατηφορικός, δρόμος προς τη συρρίκνωση. Για το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ είναι δρόμος προς τη στασιμότητα, εγκλωβισμός και παραμονή σε μικρό διψήφιο ποσοστό με πρώτο ψηφίο το 1. Για πολλούς λόγους.
Πρώτον, η σημαντική «θέση της δυσαρέσκειας» είναι τώρα πια κατειλημμένη από την πολυπρόσωπη Ακροδεξιά, με ποσοστά συμβατά με αντίστοιχα ποσοστά άλλων χωρών της ΕΕ, αλλά με ιδιόμορφο τρόπο προστίθεται και το ΚΚΕ.
Δεύτερον και σημαντικότερο, η επένδυση στη δυσαρέσκεια και η αναμονή του «ώριμου φρούτου» ποτέ δεν ευτύχησε ως στρατηγική ενός «εξ αριστερών» δρόμου προς την εξουσία, ούτε καν ως στρατηγική προς την εξουσία ενός «δημοκρατικού αντίπαλου δέους». Το ΠΑΣΟΚ του 1981 δεν ήταν κόμμα διαμαρτυρίας, διότι είχε ένα ευρύτατο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα - συζητήσιμο τι λογής, ωστόσο για την μεταδικτατορική Ελλάδα ήταν πρόγραμμα δομικά μεταρρυθμιστικό. Το φώναζε και το σύνθημα του: «Αλλαγή». Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ 2015-2019 δεν ήταν κυβέρνηση αριστερών δομικών μεταρρυθμίσεων. Ήταν απλή άνοδος στην εξουσία μέσω ενός κύματος δυσαρέσκειας. «Έτσι, χωρίς πρόγραμμα» και χωρίς στρατηγική αλλαγών.
Τρίτον και ακόμη σημαντικότερο, η δυσαρέσκεια εξάντλησε τη δυναμική της, 15 χρόνια τώρα. Το 2023 ήταν η κορύφωσή της. Τώρα η λανθάνουσα κρίση αντιπροσώπευσης, οι ήπιες εμφανείς εκδηλώσεις της και η απομάκρυνση των πολιτών από την πολιτική δεν είναι πια εμπόδιο για δυνάμεις που θέλουν να αλλάξουν τον πολιτικό κύκλο 2009-2023. Αντίθετα, ειδικά οι 1.650.000 πολίτες οι απομακρυσμένοι από την πολιτική, αλλά όχι μόνον αυτοί, μπορούν να γίνουν μεγάλο δυνητικό απόθεμα ισχύος για τέτοιες δυνάμεις. Ταυτόχρονα, η επανένταξη αυτών των πολιτών στην πολιτική είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορεί «να αλλάξει ο κύκλος».
Υπό συνθήκες μεγάλης ρευστότητας και πολύπλευρης διακινδύνεσης ζητείται δημιουργική πολιτική. Ζητείται στρατηγική πρόταση για το αύριο, για μια Ελλάδα εμφανώς διαφορετική από την υπάρχουσα. Όχι μόνον στα οικονομικά. Όποια πολιτική δύναμη την αρθρώσει πειστικά, θα έχει ελπίδες να εγκαινιάσει αυτή έναν νέο πολιτικό κύκλο. Πρώτα-πρώτα, ως απαραίτητη προϋπόθεση για να κάνει μια νέα αρχή, θα πρέπει να τον εισαγάγει περιορίζοντας τη δυσπιστία προς την πολιτική γενικά, απαντώντας δημιουργικά στη γενικευμένη πολιτική δυσαρέσκεια. Στη συνέχεια θα μπορεί να γεμίσει με καινοτομικές πολιτικές το πολιτικό κενό που δημιουργεί τη λανθάνουσα κρίση αντιπροσώπευσης.
Υπό συνθήκες μεγάλης ρευστότητας και πολύπλευρης διακινδύνεσης ζητείται δημιουργική πολιτική. Ζητείται στρατηγική πρόταση για το αύριο, για μια Ελλάδα εμφανώς διαφορετική από την υπάρχουσα. Όχι μόνον στα οικονομικά. Όποια πολιτική δύναμη την αρθρώσει πειστικά, θα έχει ελπίδες να εγκαινιάσει αυτή έναν νέο πολιτικό κύκλο. Πρώτα-πρώτα, ως απαραίτητη προϋπόθεση για να κάνει μια νέα αρχή, θα πρέπει να τον εισαγάγει περιορίζοντας τη δυσπιστία προς την πολιτική γενικά, απαντώντας δημιουργικά στη γενικευμένη πολιτική δυσαρέσκεια. Στη συνέχεια θα μπορεί να γεμίσει με καινοτομικές πολιτικές το πολιτικό κενό που δημιουργεί τη λανθάνουσα κρίση αντιπροσώπευσης.
Γ. Ριτζούλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου