του Μίχαελ Μπάουχμύλλερ
Michael Bauchmüller: Sie wollen ihre Geschäfte retten, und nicht das Klima, Süddeutsche Zeitung, 9.11.2025, αρχειοθετημένο και εδώ
Σύνοδος Κορυφής για τη Γη. Αυτό ήταν το όνομα της εκδήλωσης από την οποία ξεκίνησαν όλα. Ήταν το 1992, στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Ο κόσμος είχε αφήσει πίσω τον Ψυχρό Πόλεμο. Η δημοκρατία, η ελευθερία, η οικονομία της αγοράς, όλα αυτά φαινόταν να βρίσκονται σε άνοδο παντού στον πλανήτη. Ήταν καιρός, έτσι αποφάσισαν τα κράτη, να αντιμετωπίσουν από κοινού τα κοινά προβλήματα, προπαντός την εξαφάνιση ζωικών και φυτικών ειδών και το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Ο Γερμανός καγκελάριος Χέλμουτ Κολ ζήτησε από τη διάσκεψη να στείλει ένα «μήνυμα αλληλεγγύης, ισότιμης συνεργασίας μεταξύ όλων των λαών και κοινής ευθύνης για τον έναν και μοναδικό κόσμο μας». Μεταξύ των αποτελεσμάτων της Συνόδου Κορυφής για τη Γη ήταν η Σύμβαση -Πλαίσιο για την Κλιματική Αλλαγή, η μητέρα όλων των διασκέψεων για το κλίμα.
Και τι κάνουν άλλοι; Εξυμνούν τις παλιές καλές εποχές, Δηλαδή τις γενεσιουργές εποχές των προβλημάτων.
Τούτη την Δευτέρα, τα Ηνωμένα Έθνη επιστρέφουν στην γενέτειρα αυτών των διασκέψεων Βραζιλία, στη Σύνοδο Κορυφής Νο. 30 στο Μπελέμ, στον Αμαζόνιο. Δύσκολα θα μπορούσαμε να φανταστούμε τον κόσμο τόσο διαφορετικό, τόσο πιο ζοφερό, σε σύγκριση με το πώς φαινόταν πριν από 33 χρόνια. Σε σύγκριση με το 1992, ο αριθμός των δημοκρατιών στον κόσμο έχει συρρικνωθεί και πάλι. Στις ΗΠΑ, ο Πρόεδρος τους ποδοπατά την επιστημονική γνώση και το αίσθημα ευθύνης για τον κόσμο, κηρύσσει προστατευτισμό αντί για ελευθερία. Σε όλο τον κόσμο, και στην Ευρώπη, τα κράτη οπισθοχωρούν για να κλειστούν στο καβούκι του εθνικισμού. Παντού οι λαϊκιστές εξυμνούν το παρελθόν των ορυκτών καυσίμων, το προβάλλουν ως τις δήθεν παλιές καλές μέρες, διαστρεβλώνοντας τα γεγονότα· και έχουν επιτυχίες κάνοντας αυτό το έργο. Ενώ χθες οι άνθρωποι καρπώνονταν τα μερίσματα της ειρήνης, σήμερα η συζήτηση επικεντρώνεται στην «ικανότητα για πόλεμο».
Αυτές είναι οι χειρότερες συνθήκες που μπορούμε να διανοηθούμε, για να διεξαχθεί μια διάσκεψη για το κλίμα, η επιτυχία της οποίας εξαρτάται από την εξεύρεση κοινού εδάφους και συναίνεσης, από την προθυμία για συμβιβασμό και από την αίσθηση ευθύνης για τον κόσμο. Το μεγάλο ερώτημα το οποίο θα τεθεί γι' αυτήν την COP30 στο Μπελέμ, είναι το εξής: Μπορούν τα κράτη να συνεχίσουν να επιδιώκουν κοινούς στόχους, όταν ένας αυξανόμενος αριθμός από αυτά σκέφτεται μόνον το δικό του καλό; Η απάντηση είναι: Ναι, μπορούν. Αλλά θα τα καταφέρουν;
Οι εκπομπές έχουν αυξηθεί κατά 70 % από το 1992.
Μπορούν, επειδή αυτές οι σύνοδοι κορυφής αφορούν κάτι περισσότερο από τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου που καταστρέφουν το κλίμα. Τα τελευταία 30 χρόνια έχει προκύψει μια βάση για την παγκόσμια αλληλεγγύη και συνεργασία, ένα είδος δημοκρατικής υπερδομής. Δίνει φωνή και σ' εκείνα τα κράτη, τα οποία δεν βρίσκουν αλλού υποστήριξη και εγκαλεί εκείνους που ευθύνονται για την κλιματική αλλαγή να δώσουν λόγο για τις συνέπειές της, τουλάχιστον στοιχειωδώς. Για τους περισσότερους από εκείνους που βρίσκονται ή θα βρεθούν στον Αμαζόνιο, η αξία αυτών των Συνόδων Κορυφής είναι πολύ μεγάλη για να τεθεί σε κίνδυνο.
Ωστόσο, η παγκόσμια πολιτική για το κλίμα βρίσκεται μπροστά σε μια από τις πιο δύσκολες δοκιμασίες της στον τόπο όπου γενννήθηκε [στην Ευρώπη]. Μολονότι όλα τα στοιχεία, μεταξύ των οποίων η συνεχιζόμενη αύξηση των εκπομπών αερίων που προέρχονται από ορυκτά καύσιμα, αφηγούνται σήμερα ένα διαφορετικό σενάριο για το αύριο, ωστόσο γίνεται ολοένα και πιο ορατός, ακόμη και στη Γερμανία, ένας κόσμος, του οποίου οι αντλίες και οι μηχανές μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς φυσικό αέριο, πετρέλαιο και άνθρακα. Αυτό κινητοποιεί όλους όσοι βλέπουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο να απειλείται· αυτοί έχουν βρει την φωνή τους και τα μεγάφωνά τους στους λαϊκιστές όλου του πλανήτη. Η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται.
Η πικρή αλήθεια των τελευταίων 33 ετών περιλαμβάνει επίσης το γεγονός ότι οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου έχουν αυξηθεί κατά περισσότερο από 70 %. Ο κόσμος του 1992 χαρακτηριζόταν, εκτός των άλλων, και από γιγάντιες οικονομικές ανισότητες μεταξύ των εθνών. Από τότε μέχρι σήμερα, τίποτε άλλο δεν έχει επιβαρύνει περισσότερο την κλιματική ισορροπία, όσο οι προσπάθειες των πρώην φτωχών εθνών, προπαντός της Κίνας, να καλύψουν την διαφορά από τις ήδη πλούσιες χώρες. Εκείνοι που έχουν επωφεληθεί περισσότερο από αυτόν τον αγώνα δρόμου, είναι κυρίως οι προμηθευτές ορυκτών καυσίμων, όπως η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Ρωσία και οι ΗΠΑ.
Ο τόνος της αντιπαράθεσης γίνεται όλο και πιο σκληρός και ωμός.
Στην μάχη για να διατηρήσουν στην ζωή το επιχειρηματικό τους μοντέλο, βλέπουν την Ευρώπη ως απειλή, και όχι χωρίς λόγο. Εγχειρήματα όπως η Πράσινη Συμφωνία της ΕΕ, τα σπέρματα μιας νέας οικονομίας γύρω από το καύσιμο υδρογόνο ή η σταδιακή κατάργηση του κινητήρα καύσης, μπορούν πράγματι να υπονομεύσουν τα θεμέλια επιχειρηματικών κλάδων οι οποίοι συνεχίζουν να ευδοκιμούν χωρίς σταματημό δέκα χρόνια μετά τη Συμφωνία του Παρισιού. Και όταν ο Ντόναλντ Τραμπ συνδέει μια δασμολογική συμφωνία με την αγορά υγροποιημένου αερίου των ΗΠΑ από τους Ευρωπαίους αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων, ασφαλώς γνωρίζει ότι η κλιματική ουδετερότητα και το φυσικό αέριο είναι συμβατά σε πολύ ελάχιστο βαθμό μόνον. Στον αγώνα για επιβίωση, πολλά μέσα δικαιολογούνται, και όπου η δημοκρατία υποχωρεί, ο τόνος της αντιπαράθεσης γίνεται πιο σκληρός και πιο ωμός.
Είναι λοιπόν ακόμη πιο σημαντικό τώρα, να μιλήσουν ανοιχτά και άλλοι, παντού αλλά και στο Μπελέμ. Είναι αλήθεια ότι ο ελεύθερος κόσμος έχει συρρικνωθεί πολύ σε σύγκριση με το 1992, ωστόσο εξακολουθεί να υπάρχει. Περισσότερο από κάθε άλλη φορά, στο κέντρο του βρίσκονται οι Ευρωπαίοι, όμως δεν είναι μόνοι. Βρίσκουν συμμάχους, όχι μόνον μεταξύ εκείνων που αισθάνονται φόβο και αγωνία για τα απολύτως αναγκαία του βίου τους, αλλά και μεταξύ οικονομιών οι οποίες, εν τω μεταξύ, βρίσκονται πιο κοντά στο μέλλον παρά στο παρελθόν τους το βασισμένο στα ορυκτά καύσιμα. Κανείς δεν πρέπει να τρέφει την ελπίδα ότι αυτή η συμμαχία θα σημειώσει μεγάλη πρόοδο στο Μπελέμ. Εάν, παρ' όλα τα εμπόδια και τα ανασχετικά πυρά των αντιπάλων, καταφέρει να συνεχίσει την κληρονομιά του Ρίο, να διατηρήσει την πολυμέρεια ως κοινή απάντηση στα κοινά προβλήματα, τότε πολλά θα έχουν ήδη κερδηθεί. Διότι δεν υπάρχει πια καμία αμφιβολία, ότι το εναλλακτικό ενδεχόμενο συνίσταται σε χάος και καταστροφή.
Μπορούν, επειδή αυτές οι σύνοδοι κορυφής αφορούν κάτι περισσότερο από τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου που καταστρέφουν το κλίμα. Τα τελευταία 30 χρόνια έχει προκύψει μια βάση για την παγκόσμια αλληλεγγύη και συνεργασία, ένα είδος δημοκρατικής υπερδομής. Δίνει φωνή και σ' εκείνα τα κράτη, τα οποία δεν βρίσκουν αλλού υποστήριξη και εγκαλεί εκείνους που ευθύνονται για την κλιματική αλλαγή να δώσουν λόγο για τις συνέπειές της, τουλάχιστον στοιχειωδώς. Για τους περισσότερους από εκείνους που βρίσκονται ή θα βρεθούν στον Αμαζόνιο, η αξία αυτών των Συνόδων Κορυφής είναι πολύ μεγάλη για να τεθεί σε κίνδυνο.
Ωστόσο, η παγκόσμια πολιτική για το κλίμα βρίσκεται μπροστά σε μια από τις πιο δύσκολες δοκιμασίες της στον τόπο όπου γενννήθηκε [στην Ευρώπη]. Μολονότι όλα τα στοιχεία, μεταξύ των οποίων η συνεχιζόμενη αύξηση των εκπομπών αερίων που προέρχονται από ορυκτά καύσιμα, αφηγούνται σήμερα ένα διαφορετικό σενάριο για το αύριο, ωστόσο γίνεται ολοένα και πιο ορατός, ακόμη και στη Γερμανία, ένας κόσμος, του οποίου οι αντλίες και οι μηχανές μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς φυσικό αέριο, πετρέλαιο και άνθρακα. Αυτό κινητοποιεί όλους όσοι βλέπουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο να απειλείται· αυτοί έχουν βρει την φωνή τους και τα μεγάφωνά τους στους λαϊκιστές όλου του πλανήτη. Η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται.
Η πικρή αλήθεια των τελευταίων 33 ετών περιλαμβάνει επίσης το γεγονός ότι οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου έχουν αυξηθεί κατά περισσότερο από 70 %. Ο κόσμος του 1992 χαρακτηριζόταν, εκτός των άλλων, και από γιγάντιες οικονομικές ανισότητες μεταξύ των εθνών. Από τότε μέχρι σήμερα, τίποτε άλλο δεν έχει επιβαρύνει περισσότερο την κλιματική ισορροπία, όσο οι προσπάθειες των πρώην φτωχών εθνών, προπαντός της Κίνας, να καλύψουν την διαφορά από τις ήδη πλούσιες χώρες. Εκείνοι που έχουν επωφεληθεί περισσότερο από αυτόν τον αγώνα δρόμου, είναι κυρίως οι προμηθευτές ορυκτών καυσίμων, όπως η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Ρωσία και οι ΗΠΑ.
Ο τόνος της αντιπαράθεσης γίνεται όλο και πιο σκληρός και ωμός.
Στην μάχη για να διατηρήσουν στην ζωή το επιχειρηματικό τους μοντέλο, βλέπουν την Ευρώπη ως απειλή, και όχι χωρίς λόγο. Εγχειρήματα όπως η Πράσινη Συμφωνία της ΕΕ, τα σπέρματα μιας νέας οικονομίας γύρω από το καύσιμο υδρογόνο ή η σταδιακή κατάργηση του κινητήρα καύσης, μπορούν πράγματι να υπονομεύσουν τα θεμέλια επιχειρηματικών κλάδων οι οποίοι συνεχίζουν να ευδοκιμούν χωρίς σταματημό δέκα χρόνια μετά τη Συμφωνία του Παρισιού. Και όταν ο Ντόναλντ Τραμπ συνδέει μια δασμολογική συμφωνία με την αγορά υγροποιημένου αερίου των ΗΠΑ από τους Ευρωπαίους αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων, ασφαλώς γνωρίζει ότι η κλιματική ουδετερότητα και το φυσικό αέριο είναι συμβατά σε πολύ ελάχιστο βαθμό μόνον. Στον αγώνα για επιβίωση, πολλά μέσα δικαιολογούνται, και όπου η δημοκρατία υποχωρεί, ο τόνος της αντιπαράθεσης γίνεται πιο σκληρός και πιο ωμός.
Είναι λοιπόν ακόμη πιο σημαντικό τώρα, να μιλήσουν ανοιχτά και άλλοι, παντού αλλά και στο Μπελέμ. Είναι αλήθεια ότι ο ελεύθερος κόσμος έχει συρρικνωθεί πολύ σε σύγκριση με το 1992, ωστόσο εξακολουθεί να υπάρχει. Περισσότερο από κάθε άλλη φορά, στο κέντρο του βρίσκονται οι Ευρωπαίοι, όμως δεν είναι μόνοι. Βρίσκουν συμμάχους, όχι μόνον μεταξύ εκείνων που αισθάνονται φόβο και αγωνία για τα απολύτως αναγκαία του βίου τους, αλλά και μεταξύ οικονομιών οι οποίες, εν τω μεταξύ, βρίσκονται πιο κοντά στο μέλλον παρά στο παρελθόν τους το βασισμένο στα ορυκτά καύσιμα. Κανείς δεν πρέπει να τρέφει την ελπίδα ότι αυτή η συμμαχία θα σημειώσει μεγάλη πρόοδο στο Μπελέμ. Εάν, παρ' όλα τα εμπόδια και τα ανασχετικά πυρά των αντιπάλων, καταφέρει να συνεχίσει την κληρονομιά του Ρίο, να διατηρήσει την πολυμέρεια ως κοινή απάντηση στα κοινά προβλήματα, τότε πολλά θα έχουν ήδη κερδηθεί. Διότι δεν υπάρχει πια καμία αμφιβολία, ότι το εναλλακτικό ενδεχόμενο συνίσταται σε χάος και καταστροφή.
Ο Michael Bauchmüller (1973) είναι οικονομολόγος και απόφοιτος της Σχολής Δημοσιογραφίας της Κολωνίας. Παρακολουθεί τις εξελίξεις στην ενεργειακή, περιβαλλοντική και γεωργική πολιτική στο Βερολίνο. Ως συντάκτης της Süddeutsche Zeitung, έχει καλύψει την σταδιακή κατάργηση της πυρηνικής ενέργειας στην Γερμανία, δώδεκα συνέδρια για το κλίμα, την ανάδυση και νικηφόρα πορεία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ο Bauchmüller βραβεύτηκε με με το Βραβείο Περιβαλλοντικών Μέσων Ενημέρωσης και το Βραβείο Περιβάλλοντος BAUM. Αρθρογραφία στην Süddeutsche Zeitung και στο εβδομαδιαίο Das Parlament.
Βιβλίο (με τον Markus Balser): Die 10 Irrtümer der Globalisierungsgegner. Wie man Ideologie mit Fakten widerlegt (Τα 10 λάθη των αντιπάλων της Παγκοσμιοποίησης, Eichborn Verlag, Φρανκφούρτη 2003)
Christian Stöcker: Η Πράσινη ενεργειακή μετάβαση επιταχύνει, οι αυτοκρατορίες ορυκτών καυσίμων αντεπιτίθενται
Susanne Götze: Πετρελαιοχώρες εναντίον «Κρατών της Ηλεκτρικής Ενέργειας»
Ingo Dachwitz, Sven Hilbig: Υποσχέσεις και μύθοι του ψηφιακού μετασχηματισμού, Πράσινη Νέα Συμφωνία, Παγκόσμιος Νότος
Ingo Dachwitz, Sven Hilbig: Υποσχέσεις και μύθοι του ψηφιακού μετασχηματισμού, Πράσινη Νέα Συμφωνία, Παγκόσμιος Νότος
Διακυβέρνηση στην ΕΕ στον καιρό του Ουκρανικού πολέμου και της κλιματικής κρίσης
Μάρκο Έβερς: Όχι άλλο κάρβουνο
Μάρκο Έβερς: Όχι άλλο κάρβουνο




Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου