της Ματίλντα Αμούνδσεν Μπέργκστρεμ
© Glänta - Matilda Amundsen Bergström: Måttfullhet 1-2/2020 (Swedish version) / © Eurozine (English version) Temperance - Virtue overcoming boundaries, 19.8.2020 (pdf)
Ο
Πάπας Γρηγόριος Ι, επίσκοπος Ρώμης από το 590 έως το 604 μ.Χ., είχε
πεισθεί κατά τη διάρκεια της θητείας του ότι έφτασε το τέλος του κόσμου.
Έζησε στη διάρκεια της ασυνήθιστα κρύας και υγρής περιόδου που είναι
γνωστή σήμερα ως η «Μικρή Εποχή των Παγετώνων της Ύστερης Αρχαιότητας», η οποία προκλήθηκε από ηφαιστειακές εκρήξεις και από μεγάλη μεταβλητότητα στον κύκλο της ηλιακής δραστηριότητας. Τότε, ο Γρηγόριος
δεν μπορούσε να γνωρίζει για τις εκτεταμένες επιπτώσεις στο κλίμα που
μπορούσε να προκαλέσει η διασπορά ηφαιστειακής τέφρας στην ατμόσφαιρα ή
οι διακυμάνσεις της ηλιακής δραστηριότητας. Ήξερε μόνον αυτό που έβλεπε
μπροστά του, ότι ολόκληρος ο κόσμος, όπως εκείνος τον είχε συνηθίσει,
τώρα έμοιαζε να διαλύεται. Η
προηγουμένως τόσο κλιματικά ευχάριστη, η φιλόξενη για τον
άνθρωπο περιοχή της Μεσογείου, είχε αλλάξει πολύ. Οι μέσες θερμοκρασίες
του αέρα είχαν μειωθεί κατά έναν βαθμό Κελσίου. Πλημμύρες και θύελλες
κατέστρεφαν τις καλλιέργειες τη μια χρονιά μετά την άλλη. Παρόλες τις
τεχνολογικές καινοτομίες τους, οι Ρωμαίοι ήταν ανυπεράσπιστοι μπροστά σε
τέτοιες οικολογικές αναστατώσεις. Λιμοί και επιδημίες ακολούθησαν, ο
πληθυσμός της Ρώμης από ένα εκατομμύριο έπεσε στις είκοσι χιλιάδες τον
7ο αιώνα. Οι οικονομίες κατέρρευσαν. Τα πολιτικά συστήματα διαλύθηκαν.
Μεγάλες ροές μεταναστών άλλαξαν για πάντα την ευρωπαϊκή δημογραφία.
Σήμερα, οι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι η «Μικρή Εποχή των Παγετώνων της Ύστερης Αρχαιότητας» είχε
και αυτή συμβάλει, μαζί με πολλά άλλα, στην πτώση της Ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας, πτώση που είχε συντελεσθεί πριν από τη θητεία του
Γρηγορίου. Όμως ο Γρηγόριος φοβόταν ότι δεν θα αποδεικνύονταν μετρημένες μόνον οι μέρες της Ρώμης, αλλά και οι μέρες όλης της ανθρωπότητας. Και πίστευε ότι ήξερε το γιατί. Θεωρούσε αυτή την «εξέγερση»
του πλανήτη Γη εναντίον των ανθρώπων ως θεϊκή τιμωρία για τον μη
βιώσιμο, χωρίς όρια τρόπο ζωής τους. Μέσα στην απληστία τους, οι
άνθρωποι ξεπέρασαν ηθικά, οικολογικά και οικονομικά όρια που δεν θα
'πρεπε ποτέ να παραβιάζονται. Σύμφωνα με τον Γρηγόριο, μόνο ένα πράγμα
θα μπορούσε να ηρεμήσει τον Θεό και την οργισμένη Γη: Η εγκράτεια, η
κορυφαία των αρετών.
Ο Άγιος Σεβαστιανός μεσιτεύει στο Θεό για τη σωτηρία των ανθρώπων κατά την λεγόμενη Επιδημία της Εποχής του Ιουστινιανού (527-565 μ. Χ.) - από εικονογράφηση του 1490 |
Μολονότι η ερμηνεία των εγκόσμιων συμβαινόντων μέσω των Θείων έχει σήμερα εγκαταλειφθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό, ωστόσο, κατά τρόπο απροσδόκητο, η εσχατολογία του Γρηγορίου δρα με μια έννοια πίσω από το σημερινό φόβο και άγχος για το κλίμα.
Ο δικός μας 21ος Αιώνας γίνεται ένα αντεστραμμένο αντίγραφο της εποχής
που έζησε ο Γρηγόριος - η μέση θερμοκρασία του αέρα είχε πέσει στην
εποχή της Ύστερης Αρχαιότητας όσο περίπου έχουν αυξηθεί οι
μέσες θερμοκρασίες σήμερα· και παρόλο που ο θερμότερος κόσμος μας δεν
έχει αποδειχθεί τόσο καταστροφικός για την ανθρωπότητα όσο το ψυχρότερο
περιβάλλον στην εποχή του Γρηγορίου, κατευθυνόμαστε γρήγορα προς αυτή
την κατεύθυνση. Οι κλιματικές αλλαγές της Ύστερης Αρχαιότητας δεν
προκλήθηκαν από την ανθρώπινη δραστηριότητα (άν και ο τρόπος οργάνωσης
της Ρωμαϊκής κοινωνίας επιδείνωνε την κρίση), όμως ο Γρηγόριος ήταν
πεπεισμένος ότι ο άνθρωπος φταίει για την κατάρρευση του γήινου
συστήματος, ενώ εμείς σήμερα γνωρίζουμε επιστημονικά ότι ανθρωπογενείς δραστηριότητες προκαλούν την κλιματική κρίση της δικής μας εποχής. Ο
Γρηγόριος, αναλαμβάνοντας ρόλο προφήτη, διακήρυξε ότι η απληστία, η
βoυλιμία και η χωρίς όρια επιθυμία για όλο και περισσότερα θα κάνουν τον
άνθρωπο να καταστρέψει το μόνο και αληθινό σπίτι του. Χίλια πεντακόσια
χρόνια αργότερα, οι προβλέψεις του κινδυνεύουν να αποβούν πράγματι
αληθινές.
Εικαζόμενη διακύμανση μέσων θερμοκρασιών από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα |
Πλημμύρα στο Ashburnham, East Sussex, Αγγλία και τα αποτελέσματά της
(από εικονογραφημένο χειρόγραφο του τέλους του 6ου Αιώνα μ.Χ.)
|
Ωστόσο,
ο Γρηγόριος - που ήταν ισχυρός και επιδραστικός άνθρωπος - διαφέρει από
τους σημερινούς ομολόγους του σε ένα κρίσιμο σημείο. Στη μεταμοντέρνα
μας κοινωνία, η ιδέα της εγκράτειας, λύση που φαινόταν τόσο προφανής
στον Γρηγόριο, ακούγεται αφελής αν όχι εντελώς ανόητη. Βέβαια, μορφές
αυτοσυγκράτησης και αποχής από κάποια πράγματα που σχετίζονται με το
κλίμα φαίνονται να είναι κάπως στη μόδα - να αποφεύγουμε να τρώμε κρέας,
να αποφεύγουμε τα αεροπορικά ταξίδια - αλλά η τέτοιου είδους
αυτοσυγκράτηση εκφράζει κάτι διαφορετικό. Είναι κάτι παράπλευρο, ένα
μεμονωμένο κομμάτι στο παζλ που οικοδομεί την ταυτότητα ενός ατόμου, ένα
ιδεώδες μη πραγματοποιήσιμο και μη ρεαλιστικό, που το εξυμνούν άτομα αηδιασμένα από
την υπερ-καπιταλιστική καταναλωτική κοινωνία, η οποία αφήνει στους
ανθρώπους μόνον δύο επιλογές: Είτε συνεχής ανάπτυξη, είτε κατάρρευση. Ως
λέξη, η «εγκράτεια» («temperance») εξακολουθεί
να υπάρχει - αν και τώρα χρησιμοποιείται τις περισσότερες φορές ως
σχεδόν συνώνυμη της ευρύτερα χρησιμοποιούμενης «μετριοπάθειας» («moderation»). Αλλά ως [πρακτική] έννοια, η εγκράτεια είναι νεκρή· είναι πια σαν μια μεταφορική έκφραση που πεθαίνει όταν ενσωματωθεί τόσο
καλά σε μια γλώσσα, ώστε χάνει τη ικανότητα να λειτουργεί
αποστασιοποιώντας και δεν έχει πια τη δύναμη να ρίχνει φως σαν μικρός
προβολέας.
Από σχολική απεργία του κινήματος Παρασκευές Για το Μέλλον/Κολωνία - © Pikrepo
Εν
τω μεταξύ, τα ερωτήματα στα οποία απαντούσε η έννοια της εγκράτειας υπό
την αρχική της σημασία - ερωτήματα περί ορίων και πώς να ορίζουμε όρια -
γίνονται όλο και πιο δύσκολα. Εάν δούμε υπό μια συγκεκριμένη οπτική
γωνία, ο μεταμοντέρνος κόσμος μας γίνεται όλο και περισσότερο «άνευ ορίων».
Τα κεφάλαια και οι πληροφορίες ρέουν ελεύθερα μεταξύ οικονομιών,
οικονομιών που συνεχώς επεκτείνονται, ενώ η ποσότητα του διοξειδίου του
άνθρακα στην ατμόσφαιρα αυξάνεται όλο και περισσότερο. Τα ηθικά όρια,
που κάποτε ήταν κανόνας να χαράζονται με εργαλεία την αγάπη, τις
ταυτότητες και την ίδια τη ζωή, διαβρώνονται αργά. Βλέποντας υπό μια
άλλη οπτική γωνία, σύνορα σχεδιάζονται διαρκώς γύρω μας, μας περικλείουν
όλο και πιο στενά. Φράχτες από αγκαθωτό συρματόπλεγμα και τοίχοι
τούβλινοι κρατούν τους ανθρώπους εκεί που βρίσκονται. Το φθινόπωρο του
2015, και ξανά την άνοιξη του 2020, τα σύνορα των ευρωπαϊκών εθνικών κρατών στεγανοποιήθηκαν
και περίπολοι τα φρουρούν για να προστατευθεί η οικονομία και η υγεία
των «δικών μας». Βλέπουμε όμως επίσης όρια και περιορισμούς που
(αυτο)επιβάλλουμε με τη θέλησή μας, πράξεις αλληλεγγύης που γίνονται για
την προστασία άλλων ανθρώπων και «άλλων κόσμων» - κυρίως κατά τη διάρκεια της άνοιξης που πέρασε, της άνοιξης της πανδημίας. Θέλω να υποστηρίξω ότι η εγκράτεια,
μολονότι παλιά και παλιομοδίτικη, θα μπορούσε ενδεχομένως να μας
προσφέρει ένα οριακό εργαλείο για τις γραμμές των ορίων. Όχι εργαλείο με
το οποίο μπορούμε να χαράξουμε νέα σύνορα ή να γκρεμίσουμε παλιά, αλλά
εργαλείο που μπορεί να μας βοηθήσει να διερευνήσουμε τους μηχανισμούς
και τις λειτουργίες των ορίων που εμείς οι ίδιοι επιλέγουμε και τα οποία
μας δεσμεύουν.
Την έννοια της εγκράτειας - στα λατινικά temperantia και στα ελληνικά σωφροσύνη [sophrosyne στο πρωτότυπο] - την εκτιμούσαν ως μία από τις τέσσερις βασικές αρετές (οι άλλες ήταν η σύνεση, το θάρρος και η δικαιοσύνη) για 2.000 χρόνια περίπου. Αυτές οι συγκεκριμένες αρετές αποτελούσαν τα θεμέλια της κοινωνικής ηθικής που είχε ως βάση την αρετή (virtue ethics)· αναμφισβήτητα, ήταν το πιο ουσιώδες σύστημα κοινωνικής ηθικής του αρχαίου, του μεσαιωνικού και του πρώιμου νεωτερικού κόσμου. Η κοινωνική ηθική της αρετής συνεπάγονταν πολλά πράγματα, όμως πρωτίστως και κυρίως όριζε έναν κώδικα για το πώς να πορεύονται οι άνθρωποι στη ζωή τους, με ως στόχο να τους κάνει να συμβιώνουν καλά. Στην κοινωνική ηθική
της αρετής συνυφαίνονταν πρότυπα δράσης, σκέψης και συμπεριφοράς, τα
οποία καθένας και καθεμιά (ως ιδανικό) έπρεπε να υλοποιούν για το καλό
των συνανθρώπων τους, και επίσης - δεδομένου ότι η κοινωνική ηθική της
αρετής ήταν πάντα το εργαλείο των ισχυρών - για το καλό της θρησκείας
και του έθνους. Αυτά τα πρότυπα συμπεριφοράς ήταν πολύπλοκα, είχαν
καλειδοσκοπική πολυμορφία και σχετίζονταν με την θέση του κάθε ατόμου
στην ταξική κοινωνία, με το κοινωνικό status του, με το φύλο και με την
ηλικία του. Στην πράξη, η κοινωνική ηθική της αρετής παρείχε ένα «εγχειρίδιο κανόνων» που βοηθούσε (ή εξανάγκαζε) τον καθένα να εκπληρώνει προσδοκίες δικές του από την κοινωνία και προσδοκίες της κοινωνίας από αυτόν, να «εναρμονίζεται» με τη θέση του μέσα στο όλον και
να διατηρεί τη θέση αυτή, σε έναν κόσμο όπου η κοινωνική κινητικότητα
ήταν κάτι αδιανόητο. Ωστόσο, η κοινωνική ηθική της αρετής παρείχε επίσης
έναν οδηγό για το ευ ζην, υπό όλες τις πτυχές αυτού του όρου, προπαντός
εμφυτεύοντας ένα ιδανικό: Ότι η ύπαρξη κάθε ατόμου ήταν συνυφασμένη με την ύπαρξη πολλών άλλων όντων.
Η
εγκράτεια ήταν κεντρικό σημείο αυτού του ηθικού συστήματος - σύμφωνα με
τον Αριστοτέλη η μετριοπάθεια δεν ήταν μόνον μια αρετή μεταξύ πολλών
άλλων, αλλά ήταν και η θεμελιακή αρχή για όλες τις αρετές. Η ιδέα
επανεμφανίζεται στις συζητήσεις περί κοινωνικής ηθικής από την
Αρχαιότητα έως την Πρώιμη Νεωτερική εποχή. Σαν ένα κόκκινο νήμα ξεκινά
από τον Χαρμίδη του Πλάτωνα. Στο έργο αυτό, ούτε ο Χαρμίδης ούτε ο Σωκράτης μπορούν να βάλουν το δάχτυλό τους επί τον τύπον των ήλων και να ορίσουν επακριβώς τι είναι σωφροσύνη. Το νήμα συνεχίζεται στα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη, όπου η σωφροσύνη παίζει ρόλο σημαντικό, περνά από τα βιβλία του Κικέρωνα, τα οποία δίδασκαν κανόνες
ορθής συμπεριφοράς και διαβίωσης για τους ενάρετους Ρωμαίους και
διέδωσαν σε όλο τον κόσμο τη Λατινική μετάφραση temperantia, ακολουθούν
τα έργα μεσαιωνικής θεολογίας του
Θωμά Ακινάτη, ο οποίος μετασχημάτισε την κλασική αρχαία κοινωνική ηθική
σε χριστιανικό δόγμα, και καταλήγει σε ρεπουμπλικανούς
-αντιαπολυταρχικούς συγγραφείς της Πρώιμης Νεωτερικότητας, όπως ο Ντέιβιντ Χιουμ (David Hume) και η [πρωτοφεμινίστρια, 1666-1731] Μαίρη Άστελ (Mary Astell), οι οποίοι θεωρούν την εγκράτεια ως καθοδηγητική αρχή για την κατανομή της πολιτικής ισχύος.
Τι
σηματοδοτεί η εγκράτεια; Πυρήνας της είναι το να βρίσκεις, να σέβεσαι
και να υπερασπίζεσαι όρια - ιδίως όρια για τον εαυτό σου. Μερικές φορές,
αυτό εξομοιώνεται με μια μορφή μη-δράσης, ή ως αποχή από το υπερβολικό
και το ακραίο, ειδικά σε σχέση με σωματικές απολαύσεις που συνδέονται με
το οινόπνευμα, με τις τροφές και με τις σεξουαλικές επαφές. Ωστόσο, ως
έννοια, η εγκράτεια προσφέρει μια πολύ πιο πλούσια σειρά νοημάτων. Ο
φιλόσοφος Άλιστερ Μακιντάιρ (Alasdair Macintyre), λόγου χάρη, ορίζει την
εγκράτεια ως την επιλογή τού να μην χρησιμοποιούμε την ισχύ που έχουμε
στη διάθεση μας. Μια άλλη δυνατότητα είναι να κατανοούμε την εγκράτεια
ως άσκηση παραχώρησης ή επιφύλαξης, που περιλαμβάνει το να διαβιώνουμε
χωρίς πράγματα που επιθυμούμε, να παραδεχόμαστε ότι κάθε επιθυμία που
εκπληρώνεται έχει συνέπειες και να διερευνούμε τις επιθυμίες μας και την
προέλευσή τους. Αυτό το τελευταίο είναι μια ιδιαίτερα σημαντική πτυχή
της ελληνικής σωφροσύνης, η οποία μπορεί να μεταφραστεί και ως
εγκράτεια και ως αυτογνωσία. Μια άλλη εναλλακτική λύση είναι να βλέπουμε
την εγκράτεια ως άσκηση ενεργού συμβίωσης με άλλους, ως μια μορφή
αυτοπεριορισμού που αποστρέφει την προσοχή του καθενός από τον εαυτό του
και την οδηγεί προς τους άλλους. Από αυτή την άποψη, πολλές εκφράσεις
αυτοπεριορισμού που είναι τώρα δημοφιλείς, όπως είναι η σωματική άσκηση,
η δίαιτα ή η εθελοντική αποχή από τις σεξουαλικές επαφές, δεν είναι
εγκράτεια, δεδομένου ότι παρακινούνται από τις επιθυμίες του ατόμου.
Επίσης, οι επιβεβλημένοι περιορισμοί, όπως οι νόμοι που απαγορεύουν το
κάπνισμα ή τα ναρκωτικά, δεν έχουν καμία σχέση με την εγκράτεια, διότι η
αρετή αυτή προϋποθέτει και την εθελούσια επιλογή να δρας με έναν συγκεκριμένο τρόπο, και όχι μόνον την ίδια τη δράση: Να αναγνωρίζεις εσύ τα όρια και να τα τηρείς.
Στο βιβλίο του After Virtue
(Μετά την Αρετή), ο Macintyre υποστηρίζει ότι η εγκράτεια και η
κοινωνική ηθική της αρετής πέθαναν μαζί με τον άνθρωπο που ήταν ο
τελευταίος μεγάλος υποστηρικτής τους, η Τζέην Ώστεν (Jane Austen). Ο
Μακιντάιρ το διατυπώνει έτσι με ποιητικό τρόπο. Είτε πέθανε μαζί με τη
Τζέην Ώστεν είτε όχι, είναι σαφές ότι η ηθική της αρετής, η οποία
επιμένει ότι κάθε άτομο πρέπει να περιορίζει τις επιθυμίες του και να
παραχωρεί προτεραιότητα σε άλλους ανθρώπους, είναι ουσιαστικά ασύμβατη
με τον νέο κόσμο που αναδύθηκε στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ κατά τη
βιομηχανική επανάσταση. Η καπιταλιστική, ατομικιστική καταναλωτική
κοινωνία χρειάζεται και θέλει το άτομο με όλες τις επιθυμίες του ως
κινητήρια δύναμη και δικαιολογία για να υπάρχει αυτή η μορφή οργάνωσης
της κοινωνίας. Επομένως, δεν ήταν καθόλου παράδοξο αλλά απολύτως
αναμενόμενο το γεγονός, ότι η εγκράτεια ξέπεσε τόσο ώστε κατάντησε σήμα
κατατεθέν ενός από τα οπισθοδρομικά και περιθωριακά ρεύματα κοινωνικής
ηθικής 19ου αιώνα: Του κινήματος της νηφαλιότητας (sobriety movement), γνωστού
και ως «το κίνημα της εγκράτειας», κατά τη δεκαετία του 1820. Σε έναν
κόσμο με όλο και πιο ακραίο καπιταλισμό, η εγκράτεια γίνεται ολοένα και
περισσότερο έννοια κενή νοήματος, και στο τέλος γίνεται μια κούφια
διακήρυξη περί αποχής από κάποια πράγματα, στο όνομα της προσωπικής
υγείας και ευεξίας.
*
Όπως πίστευε τότε ο Γρηγόριος, πιστεύω ότι είμαι μάρτυρας των τελευταίων ημερών.
Πιστεύω ότι οι σκέψεις και οι δράσεις μας, καθώς και τα κοινωνικά και
πολιτικά συστήματα που είναι ένα συσσωρευμένο όλον αυτών των σκέψεων και
δράσεων, επίκειται να οδηγήσουν σε κατάρρευση. Δεν θα χρειαστεί κανείς
κατεδαφιστής για να γκρεμίσει τον «οίκο του Κυρίου και Αφέντη». Θα γκρεμιστεί από μόνος του, θα τον κάνουν κομμάτια οι δονήσεις της
ίδιας της βάσης του, το ταραχώδες έδαφος πάνω στο οποίο είναι
θεμελιωμένος· και αν δεν συμβεί από μια οικολογική καταστροφή, αυτό θα
επέλθει από την αποσύνθεση των οικονομιών ή και από τα δεινά μιας
πανδημίας. Χωρίς πολλή καθυστέρηση, κάτι νέο πρέπει να οικοδομηθεί, πρέπει να βρεθεί κάποιος τρόπος βιώσιμης αποκατάστασης του σαθρού.
Θα μπορούσε η εγκράτεια, ως ιδέα κοινωνικής ηθικής, να είναι μέρος
αυτής της διαδικασίας αναδόμησης; Οι αξίες που φέρνει στο μυαλό -
προσαρμογή, αποφυγή του υπερβολικού, αυτοέλεγχος και αυτοπεριορισμός -
ιδωμένες εκ πρώτης όψεως και ενστικτωδώς, δεν δημιουργούν έμπνευση. Και
ίσως είναι εύκολα εξηγήσιμο που η ιδέα της εγκράτειας δεν επωφελήθηκε
και δεν κέρδισε έδαφος από την πρόσφατη έξαρση του ενδιαφέροντος για την
κοινωνική ηθική της αρετής, παρόλο που κάποτε ήταν τόσο σημαντική ιδέα.
Γιατί λοιπόν να την αναβιώσουμε;
Επειδή χρειαζόμαστε απεγνωσμένα νέες ιδέες και άλλους δρόμους προκειμένου να σκεφτούμε για τα οριακά σημεία, τα όρια, τις οριακές γραμμές. Τούτοι εδώ είναι καιροί - ειδικά η χρονιά που περνάμε – στους οποίους όρια χαράζονται, όρια παραβιάζονται και όρια ξαναχαράζονται, μερικές φορές μέσα σε ώρες και σε λεπτά. Αυτές είναι στιγμές που απαιτούν επειγόντως μια κοινωνική ηθική της οριακής γραμμής, ένα διαφορετικό είδος συζήτησης για απώτατα σημεία, για περιορισμούς και για το πώς όλα τα είδη των οριακών γραμμών χαράζονται και διαπερνώνται αδιάκοπα - εν ονόματι αυτού του ιδανικού, αυτής της πρακτικής πραγματικότητας. Ίσως η εγκράτεια, μια έννοια στην οποία συγχωνεύεται ο αυτοπεριορισμός με την αυτογνωσία, μπορεί να είναι μέρος μιας τέτοιας συζήτησης. Ίσως αυτή η αρχαία έννοια που βρίσκεται στο κεντρικό σημείο μιας φιλοσοφικής παράδοσης αλλά έξω από τα σημερινά πολιτικά συστήματα - δεν ανήκει πια στα εργαλεία του Αφέντη - μπορεί να μας ξαναθυμίσει άλλους κόσμους και άλλες οπτικές γωνίες. Και ίσως η εγκράτεια, που ήταν κάποτε το κεντρικό σημείο της κοινωνικής ηθικής της αρετής, μπορεί να δημιουργήσει ένα σκαλοπάτι προς μια νέα τάξη πραγμάτων της κοινωνικής ηθικής, τέτοια που χρειάζεται και ζητά ο κόσμος μας, που γίνεται ταυτόχρονα πιο θερμός και πιο ψυχρός.
[Η μετάφραση στα Ελληνικά έγινε από το Αγγλικό κείμενο που δημοσιεύεται στο διαδικτυακό περιοδικό Eurozine. Οι μικρές διαφορές οφείλονται στην προσπάθεια να ληφθούν υπόψη εκφράσεις και το ύφος του πρωτότυπου Σουηδικού κειμένου στο περιοδικό Glänta]
Επειδή χρειαζόμαστε απεγνωσμένα νέες ιδέες και άλλους δρόμους προκειμένου να σκεφτούμε για τα οριακά σημεία, τα όρια, τις οριακές γραμμές. Τούτοι εδώ είναι καιροί - ειδικά η χρονιά που περνάμε – στους οποίους όρια χαράζονται, όρια παραβιάζονται και όρια ξαναχαράζονται, μερικές φορές μέσα σε ώρες και σε λεπτά. Αυτές είναι στιγμές που απαιτούν επειγόντως μια κοινωνική ηθική της οριακής γραμμής, ένα διαφορετικό είδος συζήτησης για απώτατα σημεία, για περιορισμούς και για το πώς όλα τα είδη των οριακών γραμμών χαράζονται και διαπερνώνται αδιάκοπα - εν ονόματι αυτού του ιδανικού, αυτής της πρακτικής πραγματικότητας. Ίσως η εγκράτεια, μια έννοια στην οποία συγχωνεύεται ο αυτοπεριορισμός με την αυτογνωσία, μπορεί να είναι μέρος μιας τέτοιας συζήτησης. Ίσως αυτή η αρχαία έννοια που βρίσκεται στο κεντρικό σημείο μιας φιλοσοφικής παράδοσης αλλά έξω από τα σημερινά πολιτικά συστήματα - δεν ανήκει πια στα εργαλεία του Αφέντη - μπορεί να μας ξαναθυμίσει άλλους κόσμους και άλλες οπτικές γωνίες. Και ίσως η εγκράτεια, που ήταν κάποτε το κεντρικό σημείο της κοινωνικής ηθικής της αρετής, μπορεί να δημιουργήσει ένα σκαλοπάτι προς μια νέα τάξη πραγμάτων της κοινωνικής ηθικής, τέτοια που χρειάζεται και ζητά ο κόσμος μας, που γίνεται ταυτόχρονα πιο θερμός και πιο ψυχρός.
[Η μετάφραση στα Ελληνικά έγινε από το Αγγλικό κείμενο που δημοσιεύεται στο διαδικτυακό περιοδικό Eurozine. Οι μικρές διαφορές οφείλονται στην προσπάθεια να ληφθούν υπόψη εκφράσεις και το ύφος του πρωτότυπου Σουηδικού κειμένου στο περιοδικό Glänta]
H Matilda Amundsen Bergström (σπουδές Συγκριτικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του Γκέτεμποργκ - Σουηδία), είναι ερευνήτρια στο ίδιο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Λογοτεχνίας, Ιστορίας των Ιδεών και των Θρησκειών. Στις δημοσιεύσεις της
και στα ερευνητικά της πεδία περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων η πρώιμη
νεωτερική λογοτεχνία, η κοινωνική ηθική της αρετής καθώς και η πρόσληψη
του ποιητικού έργου της Σαπφούς στη μεταγενέστερη αρχαία, στη μεσαιωνική
και στη νεωτερική λογοτεχνία και φιλολογία.
Το Glänta
εκδιδεται στο Γκέτεμποργκ (Σουηδία). Είναι τριμηνιαίο περιοδικό
μεικτής ύλης το οποίο συνδυάζει πολιτικά και φιλοσοφικά δοκίμια, πεζά
και ποιητικά λογοτεχνικά κείμενα, εικαστική τέχνη - είτε σε αφιερωματικό
θεματικό πλαίσιο, είτε όχι.
Alessandro Leogrande: Enrico Berlinguer contro il consumismo. Εναντίον του καταναλωτισμού, 1977 - σαν να ήταν χθές
Albrecht von Lucke: Το δίλημμα της καταναλωτικής κοινωνίας στην εποχή της πανδημίας: Στροφή προς το ολιγαρκέστερο;
Λόγος για την ερχόμενη, την πραγματικά μεγάλη κρίση: Ο Πολίτης Άγγελος Ελεφάντης (1936 - 29 Μαΐου 2008)
Albrecht von Lucke / Παντελής Μπουκάλας: Από τη μια κρίση στην επόμενη
Γιώργος Β. Ριτζούλης: Υπάρχει ακόμη «άνθρωπος» και ανθρωπισμός; Φουκώ και Χάιντεγκερ ή Τσόμσκυ και Μαρκούζε;
Immanuel Wallerstein στον ιστοχώρο Μετά την Κρίση
Immanuel Wallerstein στον ιστοχώρο Μετά την Κρίση
Άρης Μαραγκόπουλος: Ο Daniel Bell και «Οι πολιτισμικές αντιφάσεις του Kαπιταλισμού»
Michael Norris: Τζων Ράσκιν - Μια φωνή από τον 19ο αιώνα μιλά για τις σημερινές κοινωνίες της ανισότητας
Claus Offe: Ακυβερνησία, θεσμική ανεπάρκεια, αποτυχημένα κράτη
Niko Paech: Καταστροφική οικονομική μεγέθυνση Η θύελλα της προόδου & τα ερείπια που αφήνει πίσω της
Alessandro Leogrande: Enrico Berlinguer contro il consumismo. Εναντίον του καταναλωτισμού - 1977, σαν να ήταν χθες
Ernst Ulrich von Weizsäcker - Λέσχη της Ρώμης: Ήρθε η ώρα μας - Το κεφάλαιο έγινε αλαζονικό
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου