Η διατλαντική Δύση φαίνεται να ανήκει στο παρελθόν. Οι Ευρωπαίοι έχουν δύο επιλογές για το μέλλον
Τις τελευταίες εβδομάδες έγινε σαφές ότι η διατλαντική Δύση ως γεωπολιτικό μοντέλο είναι σε αποδρομή. Οι δυνάμεις στις δύο απέναντι πλευρές του Βόρειου Ατλαντικού δεν μπορούν πια ή δεν θέλουν πια να βασίζονται η μία στην άλλη. Επί Ντόναλντ Τραμπ, οι ΗΠΑ παίρνουν τον δικό τους δρόμο και είναι πεπεισμένες ότι δεν χρειάζονται πια τους Ευρωπαίους για να τον πορευτούν. Και οι Ευρωπαίοι παλεύουν για να βρουν μια κοινή απάντηση σ' αυτό το πρόβλημα και προς το παρόν δεν μπορούν να την βρουν. Στην πραγματικότητα έχουν δύο επιλογές: Είτε να γίνουν ένας πολιτικός παράγοντας που δρα ανεξάρτητα και μπορεί να υπερασπίζεται τον εαυτό της στις συγκρούσεις με τις μεγάλες δυνάμεις, είτε να γίνει πρόθυμος αποδέκτης εντολών από την Ουάσιγκτον ή από την Μόσχα. Αυτό είναι το δεύτερο σημείο αλλαγής των καιρών μετά το πρώτο, εκείνο που έφερε η μεγάλη επίθεση της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας. Και ασφαλώς είναι το πιο μεγάλο σημείο αλλαγής των καιρών από τα δύο, αυτό με την πιο μακροπρόθεσμη επίπτωση. Ήταν προβλέψιμο. Ωστόσο για τους Ευρωπαίους ήρθε σαν έκπληξη. Και αναλόγως αντέδρασαν, σκανδαλισμένοι και κατάπληκτοι. Ειδικά στην Γερμανία. Πώς και γιατί φτάσαμε εδώ;
Μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, την κατάρρευση του Συμφώνου της Βαρσοβίας και το τέλος της Σοβιετικής Ένωσης, η επικρατούσα άποψη ήταν ότι η εποχή των αυτοκρατοριών είχε λήξει οριστικά: Οι ευρωπαϊκές αποικιακές αυτοκρατορίες είχαν καταρρεύσει κατά την διάρκεια του 20ού αιώνα και τώρα η Σοβιετική Ένωση είχε επίσης εξαφανιστεί ως ειδική περίπτωση αυτοκρατορικής δομής. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν εκλαμβάνονταν ως πραγματική αυτοκρατορία, επειδή σε όλη την Δύση τις θεωρούσαν ως θεματοφύλακα της ελευθερίας. Συνέπεια αυτού ήταν να παραβλεφθούν τα στοιχεία αυτοκρατορικού τύπου, τα οποία ήδη υπήρχαν στις φάσεις της δημιουργίας και διαμόρφωσης των ΗΠΑ ή να παραπεμφθούν σ' ένα μακρινό παρελθόν.
Μόνον περιθωριακά συνειδητοποιούσαμε ότι ανέκαθεν οι αυτοκρατορίες ήταν και δυνάμεις που κατοχύρωναν διεθνείς τάξεις πραγμάτων, και ότι, κατά συνέπεια, η κατάρρευσή τους άφηνε ένα κενό στην διεθνή τάξη πραγμάτων· πόσο μάλλον μετά το 1990 στο ανατολικό τμήμα της Κεντρικής Ευρώπης. Η προς Ανατολάς διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ ήταν μια προσπάθεια να εξαλειφθεί αυτό το κενό στην διεθνή τάξη πραγμάτων. Και τα δύο ήταν ανάγκη να εφαρμοστούν επειγόντως. Οι εσωτερικές δομές της ΕΕ δεν άλλαξαν για να ανταποκριθούν στις ανάγκες αυτής της διεύρυνσης. Αυτό ήταν ένα σφάλμα, και τώρα μας εκδικείται.
Η νέα κατευθυντήρια γεωπολιτική αρχή ήταν η «διεθνής τάξη πραγμάτων που βασίζεται σε κανόνες», η οποία, σύμφωνα με μια ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση, θα αντικαθιστούσε την τάξη πραγμάτων του Ψυχρού Πολέμου η οποία βασιζόταν στην ισχύ. Δεν θα καθόριζαν πλέον την δομή της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων η ισχύς και η στρατιωτική δύναμη, αλλά μάλλον κανόνες τους οποίους θα έπρεπε να τηρούν όλοι. Διεθνή διαιτητικά δικαστήρια θα έπρεπε να επιλύουν τις συγκρούσεις συμφερόντων και να βρίσκουν συμφωνίες που να ικανοποιούν τα διαφωνούντα μέρη. Με την πάροδο του χρόνου, η στρατιωτική ισχύς θα έπρεπε να εξαφανιστεί εντελώς από την εργαλειοθήκη της διεθνούς πολιτικής. Έμελλε, το πολύ, να χρησιμοποιείται σε στρατιωτικές-ανθρωπιστικές επεμβάσεις, και μάλιστα, όχι για να δίνει πλεονεκτήματα στους παρεμβαίνοντες, αλλά για την αποκατάσταση της ειρήνης σε ζώνες εμφυλίων πολέμων. Ο στρατός ως διεθνής αστυνομία. Και τα Ηνωμένα Έθνη θα έπρεπει να επιβλέπουν όλα αυτά. Αυτή θα ήταν μια τάξη πραγμάτων χωρίς εκείνους τους αυτοκρατορικούς εγγυητές οι οποίοι, στο παρελθόν, είχαν δώσει το όνομά τους σε μεγάλες χρονικές περιόδους ειρήνης και σε εκτεταμένες γεωγραφικές περιοχές στις οποίες επικρατούσε ειρήνη. Από την Pax Romana έως την Pax Americana.