Παρασκευή 26 Ιουλίου 2024

Οι Μοιραίοι

Φιλελεύθερες και συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις, την ώρα που παραδοσιακές κοινωνικές βάσεις τους «ληστεύονται» εν ψυχρώ από την λεγόμενη εναλλακτική ή αντισυστημική Δεξιά, αυτή την απειλή, να ξαναπάθουν (και συνάμα να διαπράξουν) ό,τι έπαθαν και διέπραξαν στον Μεσοπόλεμο, επιχειρούν να την αντιμετωπίσουν επιστρέφοντας εμμονικά στο παλαιολιθικό ιδεολόγημα των κουτοπόνηρων: Άχ, πάλι «τα δύο άκρα» φταίνε. Ταυτόχρονα, υπερτονίζουν την αποκλειστική εγκυρότητα και την ερμηνευτική επάρκεια του γραμμικού, μονοδιάστατου συστήματος πολιτικών συντεταγμένων («Δεξιά-Κέντρο-Αριστερά»), λες και στα έδρανα των Κοινοβουλίων του 21ου Αιώνα κάθονται ακόμη Ιακωβίνοι, Γιρονδίνοι και  κρυφοί οπαδοί του Λουδοβίκου ΙΣΤ΄. Τί δεν καταλαβαίνουν - ή κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν - αυτοί οι φιλελεύθεροι και συντηρητικοί, από την σημερινή πραγματικότητα «της Δεξιάς;» 
Σήμερα έχουμε πολλές, πολύ διαφορετικών ειδών «Δεξιές». Ανταγωνίζονται κυρίως μεταξύ τους για να κερδίσουν υποστήριξη «δεξιόστροφων» μερίδων πολιτών. Η λεγόμενη εναλλακτική ή αντισυστημική Δεξιά το κάνει αυτό προβάλλοντας προκλητικά τη διαφορετικότητά της από τις αντίπαλες εκδοχές Δεξιάς, την συντηρητική ή την φιλελεύθερη. Όμως, αμυνόμενοι με τον τρόπο που αμύνονται ενάντια στους «εναλλακτικούς δεξιούς», αυτοί οι παραδοσιακοί φιλελεύθεροι και συντηρητικοί προβάλλουν μια ευάλωτη, αναποτελεσματική άμυνα. Με μακροπρόθεσμα αυτοκαταστροφικά αποτελέσματα. Στερούμενοι πολιτικής για το μέλλον, απλά κάνουν πως δεν βλέπουν τον ελέφαντα που περιφέρεται στο πολιτικό σαλόνι τους και το κάνει γυαλιά-καρφιά.
Δεν είναι οι μόνοι που εθελοτυφλούν και διασπείρουν σύγχυση ποντάροντας σε αυτοκαταστροφικές ψευδαισθήσεις. Πρώτα-πρώτα, ως αντικειμενική πολιτική πραγματικότητα, ο νέος κατακερματισμός των μεγάλων παραδοσιακών πολιτικών οικογενειών δεν είναι αποκλειστικότητα «της Δεξιάς». Πολύ διαφορετικές «αποχρώσεις του Κέντρου» ανταγωνίζονται επίσης μεταξύ τους με αντιμαχόμενες θέσεις για κρίσιμα ζητήματα. Το ίδιο ή και χειρότερο κάνουν οι ακόμη πιο διαφορετικών ειδών και πολύ πιο αλληλομισούμενες «σκιές Αριστεράς». Αυτές ειδικά, παλιά μου τέχνη κόσκινο. Είναι σχεδόν εκ γενετής αλληλομισούμενες, ασυμφιλίωτες μεταξύ τους. Όχι εντελώς αδικαιολόγητα, γιατί αυτές ανέκαθεν αλληλομισούνται επειδή πρεσβεύουν πολύ διαφορετικά πράγματα.
Νέο είναι, ότι το καθιερωμένο σύστημα πολιτικών συντεταγμένων, όλος ο μονοδιάστατος άξονας «Δεξιά-Κέντρο-Αριστερά», έχει πια μειωμένη αντιστοιχία με κοινωνικές πραγματικότητες και έχει χάσει την ερμηνευτική επάρκεια που κάποτε είχε στην πολιτική. Έχουμε μπροστά μας πολλές αλληλοσυγκρουόμενες «Δεξιές», πολλά αντιμαχόμενα «Κέντρα» και πολλές, ασύμβατες μεταξύ τους «Αριστερές».
Μαζί με πολλούς παραδοσιακούς φιλελεύθερους και συντηρητικούς, και οι «άλλες» πλευρές του παραδοσιακού πολιτικού φάσματος, «το Κέντρο» και «η Αριστερά», αντιμετωπίζουν τον κατακερματισμό (των άλλων και τον δικό τους) με ίδιες εμμονές, ίδιο καιροσκοπισμό και ίδια στρατηγική ανοησία. Αλλά με αντίθετο πρόσημο. Οι μεν παραδοσιακοί φιλελεύθεροι και συντηρητικοί επιχειρούν να φορτώσουν την δική τους κακοδαιμονία στα «δύο άκρα», δηλαδή κυρίως στον παραδοσιακό αντίπαλο, στο «αριστερό άκρο». Έτσι κλείνουν το μάτι στην «αντισυστημική Δεξιά», κλείνουν και το ρήγμα που τους χωρίζει με εκείνη, συχνά της προσφέρουν και στρατηγικό πλεονέκτημα στα πιο κρίσιμα διακυβεύματα για το μέλλον κλείνοντας μαζί της συμμαχίες σε «πολιτισμικούς πολέμους». Αντίθετα, οι της λεγόμενης προοδευτικής πλευράς, συχνά φορτώνουν το φταίξιμο για την αντικειμενική κατάσταση πολιτικού κατακερματισμού, σε υποκειμενικές «κακότητες» του «γείτονα προοδευτικού». Καταστρέφουν μόνοι τους και εκ των προτέρων τα όποια στρατηγικά πλεονεκτήματα τούς δίνει η κοινωνική πραγματικότητα.
Δηλωμένοι αντίπαλοι της Ακροδεξιάς που επικαλούνται ως πλεονέκτημα τις αριστερές περγαμηνές τους, αντί να ερευνήσουν και να κατανοήσουν την πραγματική πραγματικότητα, βρίσκουν μιαν ακόμη αφορμή για να ιδεολογίζουν και να αερολογούν. Συχνά τονίζουν άσχετες με τα σημερινά διακυβεύματα τοξικές αντιπαλότητες με πολιτικούς «γείτονες» τους ή δυνητικούς φίλους· και απλά καταγγέλουν τους βέβαιους αντιπάλους, χωρίς να προβάλλουν δική τους δημιουργική πολιτική, ανθεκτική στις προκλήσεις του παρόντος και του μέλλοντος.
Σε Ευρώπη, Αμερική και όχι μόνον, οι κατά παράδοση πολιτικές οικογένειες που μας κληροδότησαν η «εποχή των επαναστάσεων» (1789–1848) και το τέλος του 19ου αιώνα, επιμένουν προσκολλημένες στον κόσμο του χθες. Προπαθούν να τα βγάλουν πέρα με αντιλήψεις και εργαλεία κατάλληλα μόνον για το μουσείο της πολιτικής. 
Άραγε, η σημερινή εξέλιξη των πολιτικών συστημάτων και των μορφών κοινωνίας που τα στηρίζει, με το πέρασμα διακοσίων τριάντα πέντε χρόνων από τη Γαλλική Επανάσταση, τούς είναι φαινόμενο ακατανόητο;
Για παραδοσιακούς φιλελεύθερους και συντηρητικούς, όλο το «κακό» ξεκινάει σε τελευταία ανάλυση από «τους αριστερούς» και «τους προοδευτικούς», εν είδει «εσωτερικού εχθρού» εντός του έθνους. Για πολλούς παραδοσιακούς προοδευτικούς ή αριστερούς, συνήθως ευθύνονται για το «κακό» κάποιοι άλλοι προοδευτικοί και αριστεροί, διαφορετικοί από τους ίδιους. Τους λοξοκοιτάζουν πάντα σαν ένα είδος «ενδοπαραταξιακού εχθρού». Ούτε η μία ούτε η άλλη κουτοπονηριά εκπλήττουν. Δεν είναι επιστροφή αδιανόητων. Είναι όμως αιώνια επιστροφή και επιστροφή του αιώνια χθεσινού. Αυτό που μένει ως πρακτικό αποτέλεσμα είναι το «άς αλλάξουν όλα, για να μείνουν όλα ίδια».
Μιας και όλα τα φώτα ήταν τώρα στραμμένα στη Γαλλία και στους Ολυμπιακούς Αγώνες, άς ξαναθυμηθούμε στιγμές της Γαλλικής Ιστορίας: Όταν η Επανάσταση του 1789 έφτασε στο 5ο έτος της, οι Ιακωβίνοι του Ροβεσπιέρου μισούσαν τους Ιακωβίνους του Δαντών πιο πολύ και από τους Μοναρχικούς. Έδιναν τις μάχες τους στην Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας (Comité de salut public‎‎), αλλά στο πίσω δωμάτιο ο Κορσικανός Αυτοκράτορας προβάριζε ήδη τις μπότες του. Αποκεφάλισαν τους βασιλιάδες, αποκεφαλίστηκαν μεταξύ τους και το αποτέλεσμα στο τέλος ήταν να αποκτήσουν Αυτοκράτορα. Μετά από 150 χρόνια, ο Ανρί Φιλίπ Πεταίν, από εθνικός ήρωας του 1918 έγινε στην Μεσοπόλεμο αρχιεθνικιστής για να μετατραπεί το 1940 στον αρχιδοσίλογο του Βισύ. Η ιστορία έδειξε ότι μισούσε ασυμβίβαστα τους ομοεθνείς του Γάλλους Σοσιαλιστές, Κομμουνιστές και αντιναζιστές οπαδούς του πρώην υφισταμένου του στρατηγού Σαρλ ντε Γκωλ, αλλά μπορούσε να τα βρεί εύκολα με το Ναζιστικό καθεστώς της «προαιώνιας εχθρού» των Γάλλων εθνικιστών, της Γερμανίας.
Η προσκόλληση στα μονοδιάστατα πολιτικά στερεότυπα είναι διαβρωτική και η ανοησία είναι ανίκητη. Η διαρκής επανάληψή τους μας προειδοποιεί τί έχουν να αντιμετωπίσουν οι άνθρωποι που αναζητούν ελπίδα και λογική για το αύριο. Στην Ελλάδα, στη Γαλλία ή αλλού.
(Αύγουστος 2024)
   
Πώς και γιατί ενδυναμώνεται η επιρροή της Ακροδεξιάς; Φταίει «η Αριστερά»; Η Σοσιαλδημοκρατία;
 «Φταίει το ζαβό το ριζικό μας. Φταίει ο Θεός που μας μισεί»*
H υπόθεση ότι για την ενδυνάμωση της Ακροδεξιάς ευθύνονται, εν όλω ή εν μέρει, πολιτικές δυνάμεις που προέρχονται από το όλο αριστερό πολιτικό φάσμα (σοσιαλδημοκρατικές, κομμουνιστικές ή άλλες), καλά κρατεί. 
Πάντα κάποιοι αριστεροί φταίνε, ισχυρίζονται ενδοαριστεροί αντίπαλοι τους. Φταίνε οι πρώτοι, οι «κακοί αριστεροί», επειδή έγιναν «κοντόφθαλμοι» και έπαψαν να είναι «αρκετά αριστεροί», μας λένε με σηκωμένο το δάχτυλο κάποιοι «επαρκώς αριστεροί». Ή επειδή όλο και πιο πολλές «Αριστερές» θέλουν «να μιμηθούν τη χρεωκοπημένη Σοσιαλδημοκρατία». Άλλοι, από την απέναντι δεξιά όχθη, στέλνουν το ίδιο μήνυμα γραμμένο ανάποδα: Για τον φασισμό και για κάθε ακροδεξιά έξαρση, πάλι κάποιοι αριστεροί φταίνε. Οι εκ δεξιών τιμητές αλλάζουν απλά το πρόσημο του ενδοαριστερού κατηγορητηρίου: Κατ' αυτούς, οι αριστεροί φταίνε επειδή είναι «πολύ αριστεροί»: Τόση αριστεροσύνη «ερεθίζει και εκφοβίζει» τους δεξιούς αντιπάλους τους. Αυτό δεν ρίχνεται μόνον ως δημαγωγική κροτίδα ψηφοθηρικών πολιτικών. Γίνεται και σοβαρή ακαδημαϊκή συζήτηση, βλέπε π.χ. τη λεγόμενη Διαμάχη των Ιστορικών (Historikerstreit) για το τί πυροδότησε τον ναζισμό στον Μεσοπόλεμο , στη Γερμανία και αλλού.
Τόσο η «ίσια» όσο και η «ανάποδη» ερμηνεία δεν επαληθεύονται από τα ιστορικά δεδομένα. Ούτε από την σημερινή πραγματικότητα.
Στις ευρωπαϊκές χώρες, ο φασισμός και ο εθνικοσοσιαλισμός του Μεσοπολέμου δεν ενδυναμώθηκαν επειδή η τότε Αριστερά ήταν χρεωκοπημένη, ούτε επειδή η τότε Κομμουνιστική Αριστερά μιμήθηκε την τότε Σοσιαλδημοκρατία. Στην πραγματικότητα, πριν την έναρξη της στρατιωτικής επίθεσης του Χίτλερ εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης, αυτές οι δύο εκδοχές αριστερών κομμάτων είχαν διαρκώς εχθρικές σχέσεις μεταξύ τους, με ελάχιστα διαλλείμματα.
Ούτε, αντίθετα, ο φασισμός και ο εθνικοσοσιαλισμός ενδυναμώθηκαν ως αντίρροπο κύμα επειδή «η Αριστερά» απειλούσε να πορευθεί προς την εξουσία. Με εξαίρεση τη Ρωσία, είχε ήδη υποστεί αποφασιστική ήττα στην έναρξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου (1914). 
Θεσσαλονίκη, ΕΠΑΛ Σταυρούπολης, Σεπτέμβριος 2021: Αναρχοαριστερίστες εν δράσει; 'Η «εναλλακτικοί δεξιοί»;
 
Γαλλία: 1936-1940, η πορεία προς το Βισύ
Ελλάδα: Τι έρχεται και επανέρχεται μετά από μεγάλες εθνικές αποτυχίες;
Το «Λαϊκό Μέτωπο» υπό τον Λεόν Μπλουμ στη Γαλλία (1936-1938) ήταν μια περιστασιακή προσπάθεια αναστροφής του επερχόμενου, όταν όλα πια είχαν πάρει το δρόμο τους. Ήταν μια μάταιη άμυνα που έχασε γρήγορα την μαχητική ικανότητα της, καθώς επιδεινώνονταν η κρίση στην Ευρώπη με τις προσπάθειες πολλών είτε να κατευνάσουν τον Χίτλερ είτε να τον προσεταιρισθούν ή χρησιμοποιήσουν για δικούς τους σκοπούς. Αυτός ο κατήφορος οδήγησε στην καταστροφική Συμφωνία του Μονάχου με την υπογραφή του Γάλλου πρωθυπουργού Εντουάρ Νταλαντιέ, πρώην Υπουργού Πολέμου του «Λαϊκού Μετώπου». Ο αποπροσανατολισμός και η αποσύνθεση ολοκληρώθηκε με αφορμή το Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης (Σύμφωνο  Ρίμπεντροππ-Μολότωφ). Tην αρρωστημένη κατάσταση σ΄ όλο το μήκος και πλάτος του γαλλικού πολιτικού συστήματος κατά τον Μεσοπόλεμο, από την παρακμή και τους στρουθοκαμηλισμούς των αστικών κομμάτων μέχρι τον μυωπικό εγωισμό του συνδικαλιστικού κινήματος και «τις απίστευτες αντιφάσεις του γαλλικού κομμουνισμού», περιέγραψε ανάγλυφα ο ιστορικός και εκτελεσμένος το 1944 αντιστασιακός Μαρκ Μπλοχ στο βιβλίο Η Παράδοξη Ήττα (L' Étrange Défaite). Όλο αυτό κατέληξε με τραγικό τρόπο στο αίσχος της Γαλλίας του Βισύ
Στον συνεχώς ταραχώδη ελληνικό Μεσοπόλεμο, ο φασιστικός όχλος που έκαψε την εβραϊκή συνοικία Κάμπελ στη Θεσσαλονίκη το 1931 δεν συγκροτήθηκε ως φασιστικός όχλος επειδή απογοητεύτηκε ή ερεθίστηκε ή τρόμαξε από την τότε Αριστερά. Ούτε, βέβαια, η «Χρυσή Αυγή» κατέκτησε το 10 % σχεδόν των ψήφων την περίοδο 2010-2015, επειδή η ελληνική κοινωνία ήταν τότε απογοητευμένη από την Αριστερά ή επειδή τη φοβόταν. Και στις δύο περιπτώσεις, από άλλους - άλλων πολιτικών πλευρών - ήταν απογοητευμένη και αυτούς κυρίως εχθρεύονταν ή φοβόταν. 

Εμμονή παραταξιακών και ταυτοτικών στερεοτύπων στον χώρο και στον χρόνο
Η ενίσχυση της νέας Δεξιάς, της λεγόμενης εναλλακτικής ή αντισυστημικής, την οποία παρατηρούμε εδώ και χρόνια στις ΗΠΑ. στη Γαλλία, στην Ιταλία, ή είδαμε και σε μερικές άλλες χώρες στις πρόσφατες ευρωεκλογές, είναι φανερό ότι ελάχιστη σχέση έχει με «απειλή» που αισθάνονται κάποια κοινωνικά στρώματα από συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες, κατά τα καθιερωμένα, κατατάσσονται στα αριστερά του πολιτικού φάσματος.
Όμως ελάχιστη σχέση έχει και με «απογοήτευση» άλλων κοινωνικών στρωμάτων από τέτοιες πολιτικές δυνάμεις, στις οποίες, οι τωρινοί απογοητευμένοι κάποτε είχαν επενδύσει ελπίδες και είχαν προσφέρει υποστήριξη. Οι Νότιες Πολιτείες των ΗΠΑ, τα εκλογικά προπύργια της Λε Πεν στην Μεσογειακή και επαρχιακή βορειοδυτική Γαλλία, εδώ και πολλές δεκαετίες ποτέ δεν ήταν εκλογικά προπύργια αριστερών ή κεντρώων κομμάτων. Οι περιοχές της Ιταλίας στις οποίες είναι σήμερα ισχυρή η Ακροδεξιά (ή μέχρι πρόσφατα και το υβριδικό κόμμα των Πέντε Αστέρων), είναι τα προπύργια της Χριστιανοδημοκρατίας στη δεκαετία του 1980. Ή ακόμη και ...πριν το 1950! Ο φτωχός Νότος και η Σικελία, τα σχετικά πλούσια βορειοανατολικά (Λομβαρδία, Βένετο, Φρίουλι). Οι περιοχές της Ιταλίας στις οποίες είναι σήμερα ισχυρό το Δημοκρατικό Κόμμα είναι τα προπύργια του Κομμουνιστικού Κόμματος και των Σοσιαλιστών στη δεκαετία του 1980: Η Τοσκάνη, η Ούμπρια, η Εμίλια Ρομάνα περί την Μπολόνια, η Σαρδηνία, εν μέρει και το βορειοδυτικό Πεδεμόντιο γύρω από το Τορίνο. 
Παρά τα θρυλούμενα, η περίπτωση της Ιταλίας στηρίζει και επιβεβαιώνει επαρκώς μια υπόθεση που παραβλέπεται από τους πολλούς ιδεολογούντες που περιφρονούν τα εμπειρικά δεδομένα: Η εμμονή στον χώρο και στον χρόνο των ευρύτερων παραταξιακών-ταυτοτικών στερεοτύπων είναι συγκλονιστική έως και σοκαριστική. Και στη Γαλλία ισχύουν αντίστοιχα.
Ιταλία, Ευρωεκλογές 2024, περιφέρειες και το κόμμα που έλαβε το μεγαλύτερο ποσοστό
Ιταλία, αριστερά περιφερειακές εκλογές 1980, δεξιά γενικές εκλογές για Βουλή και Γερουσία 1948: Περιφέρειες κόκκινες με πλειοψηφία αριστερών κομμάτων, μπλέ ή γκρί με πλειοψηφία δεξιών κομμάτων
 
Η Ακροδεξιά, κλασική ή «εναλλακτική», τρέφεται από την κρίση του όλου πολιτικού συστήματος και από την αποσάθρωση των διακριτών κοινωνικών τάξεων σε «μάζα»
Τέτοια παραδείγματα είναι άπειρα και το δίδαγμα της ιστορίας ευδιάκριτο: Πάντα η Ακροδεξιά, κλασική ή «εναλλακτική», ενισχύεται όταν εισέρχεται σε κρίση ένα πολιτικό σύστημα ως όλον. Και ιδίως όταν «τρεκλίζει» και «σκοντάφτει» ο αστισμός και τα αστικά κόμματα, και όχι αυτά που κατά τα καθιερωμένα κατατάσσονται στα αριστερά, σοσιαλιστικά, κομμουνιστικά ή άλλα. 
Και υπάρχει λόγος που έτσι συμβαίνει και όχι αλλιώς. Η Ακροδεξιά, ο ναζισμός, ο φασισμός, έχουν πραγματικά κοινωνικά στηρίγματα, που αναπτύσσονται παράλληλα με ενεργές υλικές προσδοκίες και φόβους, κυρίως μέσα σε οικογένειες ορισμένων συγκεκριμένων μικρο-μεσοαστικών στρωμάτων. Τα κίνητρά τους δεν είναι μόνον φαντασιακές-ιδεολογικές «ταυτίσεις με την εξουσία» (Φουκωϊκού τύπου), αλλά και πολύ απτά. Και οι κοινωνικές πεποιθήσεις τους δεν είναι συγκροτημένες απλά και μόνον ως «αρνητικές ταυτότητες» (κατά τον Ε. Τραβέρσο). Πολλοί από αυτούς «ξέρουν πολύ καλά τι θέλουν». Πάντα εξακολουθεί να υπάρχει, όπως υπήρχε στις πρωτο-νεωτερικές κοινωνίες του 20ού Αιώνα, ένα μειοψηφικό (αλλά καθόλου ασήμαντο ή περιθωριακό) ρεύμα το οποίο, για πολύ πιο χειροπιαστούς λόγους, ρέπει προς τον κοινωνικό φασισμό. 
Σε τέτοια κοινωνικά στρώματα, συχνά πρώην εργατικά ή αγροτικά, είναι σύνηθες να βιώνεται μια ματαίωση των προσδοκιών κοινωνικής ανόδου ή, σύμφωνα με την κοινωνιολόγο Ζίλκε Μπόργκεστεντ, μια πεποίθηση ότι δεν απολαμβάνουν στο παρόν όσα αξίζουν, ταυτόχρονα με φόβους πτώσης στο επίπεδο της βαθιάς φτώχειας ή της σκληρής επισφάλειας. Αναπτύσσουν έτσι έναν ιδιόμορφο ταξικό ρεαλισμό, που εκφράζεται σε επιθετικότητα προς τους ακόμη πιο αδύναμους: «Άν θέλουμε να κερδίσουμε κάτι, μόνον από “τους πιο κάτω” μπορούμε να το πάρουμε· το να πάρουμε από τους ισχυρούς είναι ανέφικτο».
H κοινωνιολογική ανάλυση, η ιστορική τεκμηρίωση και η αναλυτική πολιτική επιστήμη προσφέρουν πολλά κλασικά τεκμήρια και επιχειρήματα που στηρίζουν αυτή τη θέση. Υπάρχουν, π.χ., οι εμπειρικές έρευνες του Ινστιτούτου Κοινωνικής Θεωρίας (της Κριτικής Σχολής της Φρανκφούρτης) στις ΗΠΑ ή στη Γερμανία με αντικείμενο την «αυταρχική προσωπικότητα»,  υπάρχουν οι πολυποίκιλες έρευνες του ιστορικού Χανς Μόμμσεν (Hans Mommsen) για το Ναζισμό στη Γερμανία, καθώς και πιο γενικευτικές  επιστημονικές θεωρήσεις, όπως οι μεταπολεμικές της Χάννα Άρεντ ή πιο σύγχρονες, από του ιστορικού Έρικ Χόμπσμπάουμ μέχρι του Τίμοθυ Σνάιντερ (Timothy Snyder) για την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ας μην αγνοήσουμε τον Νίκο Πουλαντζά, εν μέρει ξεπερασμένο βέβαια, αλλά όχι χωρίς αξία στο πεδίο της καθαρής πολιτικής επιστήμης. 
Υπάρχουν επίσης πιο εύγλωττες από τα καλύτερα κοινωνιολογικά δοκίμια κινηματογραφικές ταινίες, όπως π.χ. του Βαυαρο-Αυστριακού σκηνοθέτη Μίχαελ Χάνεκε (Michael Haneke), ιδίως η φοβερή ασπρόμαυρη «Λευκή Κορδέλλα» του («Das weiße Band»)· αυτή η «ιστορία για τα παιδιά της Γερμανίας», μας λέει ο ίδιος, πραγματεύεται τη «γέννηση κάθε τύπου τρομοκρατίας, είτε αυτή είναι πολιτικής είτε θρησκευτικής μορφής».
Ο Χάνεκε μας δίνει την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε ανάγλυφη αυτή την κατά Γκράμσι τερατογένεση, μέσα στις περιπέτειες της οικογένειας και της κοινωνίας σε ένα μικρό χωριό της Βόρειας Γερμανίας.
Ένα σημαντικό μέρος αυτού του κοινωνικού ρεύματος είναι μη προσπελάσιμο από όλες τις πολιτικές δυνάμεις που αποκαλούνται αριστερές ή προοδευτικές (ή και «δημοκρατικές δυνάμεις», με την ειδική έννοια που δίνεται συνήθως εν Ελλάδι στον όρο αυτό). Είναι ερμητικά «μονωμένο προς τα αριστερά» αλλά και εχθρικό προς τον κλασικών - Καντιανών προδιαγραφών πολιτικό φιλελευθερισμό,  αυτόν που δεν ακολουθεί την αποδέσμευση των φιλελεύθερων από τις φυσικές και κανονιστικές «κατηγορικές επιταγές». Καμιά «Αριστερά», είτε κλασική είτε «εναλλακτική»,  κανένας «προοδευτισμός» δεν μπορεί να επηρεάσει και να κερδίσει τούτη την κοινωνική ομάδα· αυτός είναι ο λόγος που η πολιτική πρόταση του αριστερού λαϊκισμού, οπουδήποτε δοκιμάστηκε, δεν είχε επιτυχία.
Σε καιρούς «κανονικότητας», το ρεύμα που μπορεί να στραφεί προς τον κοινωνικό φασισμό παραμένει σχετικά «ήρεμο», σαν  σε χειμέρεια νάρκη. Συμπεριφέρεται «ρεαλιστικά» και ψηφίζει στρατηγικά. Ψηφίζει ό,τι θεωρεί ως λιγότερο κακό, δηλαδή δεξιές δυνάμεις εντός του συνταγματικού τόξου. Όταν όμως αυτό το ρεύμα μιας κοινωνίας βλέπει στη χώρα του το πολιτικό σύστημα να «παραπατάει», ή ακόμη πιο έντονα, όταν αισθανθεί να τρίζουν τα θεμέλια της σταθερότητας των αστικών κομμάτων, τότε «ενεργοποιείται», αυτονομείται και γίνεται πιο «άγριο», ανατρεπτικό και αντισυνταγματικό.
Είναι η ώρα που οι κοινωνικές τάξεις αποσαθρώνονται, γίνονται μάζα, σαν αδιαφοροποίητος και αδρανής χυλός· και μετά, γρήγορα, μέρος αυτής της μάζας μπορεί να γίνει ενεργητικός όχλος (σύμφωνα με το μοντέλο της Χάννα Άρεντ). Όταν κάτι «παλιό πεθαίνει και κάτι καινούριο παλεύει να γεννηθεί αλλά δεν μπορεί ακόμη, τότε είναι η εποχή των τεράτων», σύμφωνα με το πασίγνωστο απόφθεγμα του Αντόνιο Γκράμσι. Φυσικά, ποτέ και πουθενά δεν υπάρχει έλλειψη από συνειδητούς,  στρατηγικούς σπόνσορες, που υποστηρίζουν για δικούς τους λόγους, το περαιτέρω «αγρίεμα» αυτής της ούτως ή άλλως άγριας κοινωνικής μειοψηφίας.
 
Σε εποχές μεταβάσεων, κρίσιμη είναι η ικανότητα για κατάλληλες πολιτικές δράσεις
Ευτυχώς, μερικές φορές τα πράγματα συμβαίνουν αλλιώς. Μπορεί να εμφανισθούν στη σκηνή ισχυροί δρώντες πολιτικοί παράγοντες με τόλμη, αυτοπεποίθηση και ρεαλισμό. Υπό προϋποθέσεις, αυτή η ικανότητα για επιλογή και πραγματοποίηση της κατάλληλης και αποτελεσματικής πολιτικής δράσης (agency), μπορεί να εγγυηθεί αξιόπιστα και στιβαρά ελπίδες για μια σχετικά ομαλή, επώδυνη μεν αλλά όχι καταστροφική μετάβαση από «το γκρίζο που έχει παλιώσει» και θα πεθάνει σε κάτι άλλο, ώριμο γέννημα της ανάγκης. Η δημοκρατική, χειραφετητική πολιτική δεν είναι καταδικασμένη αιώνια, είτε «να ζωγραφίζει με γκρίζο πάνω στο γκρίζο» (Χέγκελ), είτε να εκτονώνεται με αυτοκαταστροφικές εξεγέρσεις ή να επαγγέλλεται αδύνατες επαναστάσεις. Σε καιρούς κρίσης, μόνον όταν εμφανίζονται ανανεωτικές δημιουργικές πολιτικές με αποφασιστικότητα και με στρατηγική ευφυία, μόνον τότε η Ακροδεξιά περιθωριοποιείται, σπάνε οι δεσμοί της ευρύτερης επιρροής της και ο μαγικός κύκλος που την κάνει ελκυστική.  Τότε περιορίζεται στην πιο σκληρή και τοξική γωνία του κοινωνικο-ιδεολογικού βάλτου της.
Θεσσαλονίκη 1931, ο οικισμός Κάμπελ μετά το πογκρόμ -
αρχείο USHMM/Parallaxi Magazine

*
Οι πολιτικές της υπαρκτής Αριστεράς όλων των ειδών συχνότατα γινόταν και γίνονται κοντόφθαλμες, ιδίως σε εποχές κρίσης. Καταφέρνει να αποτυγχάνει με πολλούς και εντελώς διαφορετικούς τρόπους. Συνέβη και τώρα, συνέβη σε ολόκληρη την περίοδο από τις αρχές τις δεκαετίας του 1980 μέχρι και σήμερα. Όμως η ενίσχυση της Ακροδεξιάς δεν συνδέεται με σχέσεις αιτίου και αιτιατού με την παρακμή της Αριστεράς. Ισχύει το ένα, ισχύει και το άλλο. Αλλά έτερον εκάτερον. 
Το φρικτό τέλος της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης στη Γερμανία το 1933 ήταν το επιστέγασμα μιας φρίκης δίχως τέλος, της μακροχρόνιας, όλο και βαθύτερης παρακμής των συνταγματικών αστικών κομμάτων. Το μητρικό κόμμα όλης της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, η οποία γεννήθηκε μετά το «έτος των θαυμάτων 1848», το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας, ήταν το μοναδικό κόμμα που κράτησε αξιοπρεπή και πιστά δημοκρατική στάση τη στιγμή της παράδοσης της εξουσίας από τα αστικά συνταγματικά κόμματα στους Ναζιστές.
Στις σύγχρονες ΗΠΑ, ο Τραμπισμός με τα αρκούντως φασιστοειδή του χαρακτηριστικά, είναι το αποκορύφωμα της μακροχρόνιας παρακμής του αμερικανικού δικομματικού συστήματος, η οποία άρχισε με τη δολοφονία του τελευταίου Ρουσβελτιανού Ρόμπερτ Κέννεντυ το 1968 και με το κόλλημα του Λύντον Τζόνσον στο βάλτο του Βιετνάμ, και ολοκληρώθηκε με τους Προέδρους-γελοιογραφίες Τζώρτζ Μπους τον Νεώτερο και Μπιλ Κλίντον. Αυτή τη βαθιά, κοσμοϊστορικών επιπτώσεων παρακμή, την ανέλυσε εύγλωττα, ήδη στην αρχή της, ο Κρίστοφερ Λας. Ο πλήρης εκφυλισμός του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος είναι η μια μόνον πλευρά της βύθισης όλο και πιο βαθιά. Και ήδη αποδείχτηκε ότι ο Τζο Μπάιντεν δεν ήταν αποτελεσματικό φάρμακο για την εκφυλιστική ασθένεια όλου του αμερικανικού κομματικού συστήματος, όπως δεν ήταν ούτε ο Μπάρακ Ομπάμα.
Η ενδυνάμωση του φασισμού και της Ακροδεξιάς, ιδίως της λεγόμενης εναλλακτικής ή αντισυστημικής, είναι σύμπτωμα και αποτέλεσμα αδυναμίας των δημοκρατικών αστικών κομμάτων και πιο βαθιών κρίσεων που βρίσκονται κάτω από αυτήν. Ελάχιστη σχέση έχει με το τί έκαναν ή κάνουν κόμματα σοσιαλιστικά, κομμουνιστικά ή άλλες πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες, κατά τα καθιερωμένα, κατατάσσονται στα αριστερά του πολιτικού φάσματος.
Γιώργος Β. Ριτζούλης
 
(δημοσιευμένο τον Οκτώβριο 2021 στον ιστοχώρο Μετά την Κρίση, αναδημοσιεύεται με μικρές επικαιροποιήσεις και πρόσθετα δεδομενα από τις Ευρωεκλογές και τις βουλευτικές εκλογές στη Γαλλία) 
 
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το τέλος της Ριζοσπαστικής Αριστεράς

Το παλιό έχει πεθάνει, το καινούργιο μάς έχει γίνει πρόβλημα

Ο εγκλωβισμός στα όρια της οικονομίας: Φαντασιοπληξίες αριστερών ιδεολόγων

Μαλθακότητα και δικαιωματισμός; Παρακμή της Δύσης; Ή κοινωνία των πολιτών χωρίς πολίτες;

Ο ατυχής όρος «ακραίο Κέντρο». Στη Βρετανία και αλλού, κυρίως στην Ελλάδα

Υπάρχει ακόμη «άνθρωπος» και ανθρωπισμός; Φουκώ και Χάιντεγκερ ή Τσόμσκυ και Μαρκούζε;

Πολιτική Δύση, πολιτισμική Δύση - Παλινόρθωση του Παλαιού Καθεστώτος στην εποχή των διακινδυνεύσεων;

Πολιτική Δύση, πολιτισμική Δύση - Παλινόρθωση του Παλαιού Καθεστώτος στην εποχή των διακινδυνεύσεων;
Προς εθνικούς «ιδιαίτερους δρόμους»; Ή θα ολοκληρωθεί πλανητικά το ημιτελές (και πολύ πρόφατο) επίτευγμα, η αντιπροσωπευτική δημοκρατία με συνταγματικά εγγυημένες ελευθερίες και δικαιώματα;

Ελλάδα 2009-2023, χρόνια πολιτικής δυσαρέσκειας (21.8.2023)

Ελλάδα 2009-2023, χρόνια πολιτικής δυσαρέσκειας  (21.8.2023)

Πώς στήνεται μια «πιο σοβαρή» Χρυσή Αυγή - Η προϊστορία του κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία»

Πώς στήνεται μια «πιο σοβαρή» Χρυσή Αυγή - Η προϊστορία του κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία»
Από τους σκληρούς νεοφιλελεύθερους ευρωσκεπτικιστές οικονομολόγους και επιχειρηματίες στον αντισυστημικό λαïκο-ναζισμό

Η «Εθνική Ριζοσπαστική Δεξιά» και η «Λαϊκή Ριζοσπαστική Αριστερά» συνεννοούνται πολύ καλά

Η «Εθνική Ριζοσπαστική Δεξιά» και η «Λαϊκή Ριζοσπαστική Αριστερά» συνεννοούνται πολύ καλά
Προπαντός όταν πρόκειται για την κοινή Μητέρα Πατρίδα τους και ιδίως για τον κοινό Πατερούλη τους (πρωτοσέλιδα εφημερίδων 5.9.2024)

Δημοφιλείς αναρτήσεις του μήνα

Mariana Mazzucato: A progressive green-growth narrative (Project Syndicate, Social Europe)

Χρίστος Αλεξόπουλος - Υπό κοινωνιολογικό πρίσμα (Μεταρρύθμιση)

Green European Journal

             

2013: Η ελληνική κρίση μέσα στην ευρωπαϊκή. Είμαστε ακόμα ζωντανοί; (4.2.2013)

Verlyn Klinkenborg: Τι συμβαίνει στις μέλισσες και στις πεταλούδες (και σε άλλα όντα);

Verlyn Klinkenborg: Τι συμβαίνει στις μέλισσες και στις πεταλούδες (και σε άλλα όντα);
Γιατί οι άνθρωποι δεν το συνειδητοποιούν;

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου